Ο Τιτανικός ξεκίνησε το παρθενικό ταξίδι του την Τετάρτη, 10 Απριλίου 1912. Στο πλοίο πρώτα επιβιβάστηκαν οι επιβάτες της Γ' θέσης, και ακολούθησαν οι επιβάτες Β' και Α' θέσης. Το πλοίο ξεκίνησε από το Σαουθάμπτον της Αγγλίας με 922 επιβάτες, ενώ περισσότεροι επιβιβάστηκαν στο Χερβούργο και το Κουινστάουν. Στο λιμάνι του Σαουθάμπτον ο Τιτανικός παραλίγο να προκαλέσει ένα ατύχημα, όταν το κύμα που προκάλεσε το τεράστιο εκτόπισμά του έσπασε τους κάβους του αγκυροβολημένου πλοίου SS City of New York, το οποίο παραλίγο να συγκρουόταν με τον Τιτανικό. Το πλοίο τέθηκε υπό έλεγχο και ρυμουλκήθηκε.
Το πλοίο έφτασε με ασφάλεια στη Μάγχη και πλησίασε στο γαλλικό λιμάνι του Χερβούργου στη Γαλλία. Επειδή στο λιμάνι δεν υπήρχαν αποβάθρες για ένα πλοίο στο μέγεθος του Τιτανικού, οι επιβάτες μεταφέρθηκαν στο πλοίο με δύο άλλα μικρότερα πλοία της εταιρείας. Στο πλοίο επιβιβάστηκαν άλλοι 274 επιβάτες και αποβιβάστηκαν 24. Το πλοίο στη συνέχεια αναχώρησε για το Κουινστάουν, στην Ιρλανδία. Όπως και στο Χερβούργο, ούτε στο Κουινστάουν οι αποβάθρες ήταν αρκετά μεγάλες και οι επιβάτες επιβιβάστηκαν με βοηθητικά πλοιάρια. Ο Τιτανικός αναχώρησε από το λιμάνι στις 1:30 μμ στις 11 Απριλίου 1912.
Ναυάγιο
Στις 23:40 14 Απριλίου 1912, συγκρούστηκε με ένα παγόβουνο στον Ατλαντικό Ωκεανό, νοτιοανατολικά της Νέας Γης. Παρ' όλες τις προσπάθειες που έγιναν να αποφύγει την σύγκρουση, (πίσω ολοταχώς, στροφή αριστερά) το μοιραίο δεν άργησε να γίνει καθώς το πλοίο είχε αναπτύξει την μέγιστη ταχύτητα γιατί ήθελαν να φτάσουν στο λιμάνι της Ν.Υόρκης πιο γρήγορα από το αναμενόμενο. Επίσης, εκείνη την εποχή ήταν συνηθισμένο φαινόμενο τα πλοία να αναπτύσσουν μέγιστη ταχύτητα για να ξεπεράσουν γρήγορα την περιοχή με τα παγόβουνα. Το παγόβουνο έσκισε το κύτος του πλοίου, ξεκινώντας από την πλώρη, όπου κατέστρεψε και τα 5 στεγανά μέρη του πλοίου επιτρέποντας την εισροή υδάτων στο σκάφος. Το πλοίο είχε σχεδιαστεί έτσι ώστε ακόμα και αν πλημμύριζαν 4 στεγανά να μπορούσε να επιπλεύσει, όχι όμως και με 5. Το πλοίο ήταν από τα πρώτα που χρησιμοποίησε το σήμα κινδύνου SOS - πρότερα και αντί αυτού χρησιμοποιούνταν το CQD (CQ Distress). Ο Τιτανικός βυθίστηκε δύο ώρες και σαράντα λεπτά αργότερα στις 02:20 στις 15 Απριλίου. Το κύτος 2 λεπτά πριν την βύθιση έσπασε σε 2 κομμάτια, αφού ενώ βυθιζόταν με την πλώρη προς τα κάτω και την πρύμνη προς τα πάνω, αποκόπηκε η πρύμνη, λόγω του τεράστιου βάρους του νερού στην πλώρη. Η βύθισή του παρέσυρε στο θάνατο γύρω στους 1.500 ανθρώπους με τους υπόλοιπους 700 να βρίσκονται στις σωσίβιες λέμβους και να παρακολουθούν το τραγικό γεγονός. Το ναυάγιο αυτό θεωρείται ένα από τα τραγικότερα "εν καιρώ ειρήνης" ναυάγια. Η περισυλλογή των διασωθέντων έγινε από το πλοίο RMS Carpathia, το οποίο έπλεε από τη Νέα Υόρκη προς το Φιούμε (σημερινή Ριέκα) και κατέφθασε στο σημείο του ναυαγίου στις 03:30.
Επιζήσαντες
Επτακόσιοι άνθρωποι κατάφεραν να επιζήσουν από το ναυάγιο. Από τους ανθρώπους που έπεσαν στη θάλασσα μετά την βύθιση του πλοίου διασώθηκαν μόνο 6. Οι βάρκες που βρίσκονταν τριγύρω δε γύρισαν για να μαζέψουν τους επιζήσαντες εκτός από μία. Ελάχιστοι άνθρωποι πέθαναν από πνιγμό, καθώς οι περρισότεροι πέθαναν από το κρύο (η θερμοκρασία του νερού του Ατλαντικού βρισκόταν μερικούς βαθμούς πάνω από το μηδέν). Σήμερα κανένας επιζών δεν βρίσκεται στην ζωή. Η τελευταία επιζήσασα από το ναυάγιο, Μιλβίνα Ντιν, απεβίωσε στις 31 Μαϊου 2009, σε ηλικία 97 ετών.
Μετά την τραγωδία
Η καταστροφή του Τιτανικού οδήγησε στην αλλαγή διάφορων νόμων της ναυτιλίας και κυρίως σε θέματα σωστικών μέσων των πλοίων. Ιδιαίτερα δε της απαίτησης τα μέσα διάσωσης όπως οι ναυαγοσωστικές λέμβοι, οι σωσίβιες ζώνες κ.λπ. να υπερκαλύπτουν σημαντικά τον συνολικό αριθμό των επιβαινόντων (επιβατών και πληρώματος) κάθε πλοίου.
Έρευνα Ναυαγίου
Πολλές ερευνητικές αποστολές οργανώθηκαν για την ανεύρεση του ναυαγίου του Τιτανικού, όμως παρουσίασαν πολλές δυσκολίες, με κυριότερο το μεγάλο βάθος στο οποίο βρίσκεται το ναυάγιο, ίσο με 3.700 μέτρα και την μεγάλη πίεση του νερού σε αυτό το βάθος. Τελικώς, το ναυάγιο του Τιτανικού ανακαλύφθηκε από μια γαλλοαμερικανική ομάδα της οποίας ηγούταν οι Ρόμπερτ Μπάλαρντ και Ζαν Λουί Μισέλ στις 1 Σεπτεμβρίου 1985.
H ομάδα ανακάλυψε ότι το πλοίο είχε σπάσει σε δύο μέρη, τη πλώρη και τη πρύμνη, τα οποία απείχαν στον πυθμένα 600 μέτρα το ένα από το άλλο. Τα δύο μέρη του πλοίου συγκρούστηκαν στον πυθμένα της θάλασσας με ταχύτητα που έφτασε τα 100 χιλιόμετρα την ώρα για την πρύμνη, με αποτέλεσμα η πρύμνη να διαλυθεί και η πλώρη να παραμορφωθεί από τη σύγκρουση, κάθως η ταχύτητα που έφτασε στο πυθμένα ήταν μικρότερη από αυτή της πρύμνης.
Το ναυάγιο του Τιτανικού είναι μια σπάνια οάση ζωής σε αυτό το βάθος. Μια έρευνα του 1991 κατέγραψε 28 είδη ζώων στο πλοίο, μεταξύ των οποίων γαρίδες, καβούρια και ανεμώνες, τα οποία αποτελούν μια συμβιωτική αποικία. Η απαραίτητη ενέργεια για την διατήρηση αυτής της αποικίας, προέρχεται από την οξείδωση του ατσάλινου κουφαριού του πλοίου από βακτήρια. Ένα από τα είδη βακτηρίων που αναγνωρίστηκαν στο πλοίο ήταν καινούργιο είδος και ονομάστηκε Halomonas titanicae, ή «αλομονάδα του Τιτανικού». Αποτέλεσμα αυτής της μετατροπής είναι το πλοίο σταδιακά να οξειδώνεται σε σκουριά και αναμένεται τελικά να καταρρεύσει σε 20 με 30 χρόνια.
Το ναυάγιο είναι εξελέξιμο από τις 16 Απριλίου 2012 για μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Εκείνη η ημερομηνία σηματοδοτεί τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη βύθιση του πλοίου και έτσι το πλοίο θα μπορεί να συμπεριληφθεί στα προστατευόμενα μνημεία, σύμφωνα με τη Σύμβαση Προστασίας της Υποθαλάσσιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς του 2001, καθώς ορίζει ότι η βύθιση του πλοίου πρέπει να έχει συμβεί τουλάχιστον 100 χρόνια πριν.
Θεωρίες
Το μεγάλο γεγονός του ναυαγίου του Τιτανικού έχει εμπνεύσει διάφορες θεωρίες εξήγησής του. Σήμερα αρκετοί πιστεύουν ότι στο ναυάγιο του Τιτανικού συνέτεινε και η υπέρμετρη ανθράκευση με σκοπό την κατάσβεση αναφλεγέντος άνθρακα, κάτι που οδήγησε σε αύξηση της ταχύτητας και ενδεχομένως έκανε αναπόφευκτη την πρόσκρουση στο παγόβουνο.
Μια νέα επιστημονική θεωρία για την πρόσκρουση του Τιτανικού πάνω στο μοιραίο παγόβουνο είναι ότι στις αρχές Ιανουαρίου του 1912 σημειώθηκε ένα σπάνιο σεληνιακό φαινόμενο. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, εκείνο τον μήνα του 1912 η Σελήνη βρέθηκε στην κοντινότερη απόσταση από τη Γη, τα τελευταία 1.400 χρόνια. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μια τεράστια παλίρροια με αποτέλεσμα τρεις μήνες μετά, πολλά παγόβουνα να εκτοπιστούν από τα ρηχά νερά που τα συγκρατούσαν κοντά στις ακτές της Γροιλανδίας και να κινηθούν προς τις θαλάσσιες οδούς, και τελικά να βρεθούν στη ρότα του Τιτανικού με συνέπεια το ναυάγιο.
Το πλοίο έφτασε με ασφάλεια στη Μάγχη και πλησίασε στο γαλλικό λιμάνι του Χερβούργου στη Γαλλία. Επειδή στο λιμάνι δεν υπήρχαν αποβάθρες για ένα πλοίο στο μέγεθος του Τιτανικού, οι επιβάτες μεταφέρθηκαν στο πλοίο με δύο άλλα μικρότερα πλοία της εταιρείας. Στο πλοίο επιβιβάστηκαν άλλοι 274 επιβάτες και αποβιβάστηκαν 24. Το πλοίο στη συνέχεια αναχώρησε για το Κουινστάουν, στην Ιρλανδία. Όπως και στο Χερβούργο, ούτε στο Κουινστάουν οι αποβάθρες ήταν αρκετά μεγάλες και οι επιβάτες επιβιβάστηκαν με βοηθητικά πλοιάρια. Ο Τιτανικός αναχώρησε από το λιμάνι στις 1:30 μμ στις 11 Απριλίου 1912.
Ναυάγιο
Στις 23:40 14 Απριλίου 1912, συγκρούστηκε με ένα παγόβουνο στον Ατλαντικό Ωκεανό, νοτιοανατολικά της Νέας Γης. Παρ' όλες τις προσπάθειες που έγιναν να αποφύγει την σύγκρουση, (πίσω ολοταχώς, στροφή αριστερά) το μοιραίο δεν άργησε να γίνει καθώς το πλοίο είχε αναπτύξει την μέγιστη ταχύτητα γιατί ήθελαν να φτάσουν στο λιμάνι της Ν.Υόρκης πιο γρήγορα από το αναμενόμενο. Επίσης, εκείνη την εποχή ήταν συνηθισμένο φαινόμενο τα πλοία να αναπτύσσουν μέγιστη ταχύτητα για να ξεπεράσουν γρήγορα την περιοχή με τα παγόβουνα. Το παγόβουνο έσκισε το κύτος του πλοίου, ξεκινώντας από την πλώρη, όπου κατέστρεψε και τα 5 στεγανά μέρη του πλοίου επιτρέποντας την εισροή υδάτων στο σκάφος. Το πλοίο είχε σχεδιαστεί έτσι ώστε ακόμα και αν πλημμύριζαν 4 στεγανά να μπορούσε να επιπλεύσει, όχι όμως και με 5. Το πλοίο ήταν από τα πρώτα που χρησιμοποίησε το σήμα κινδύνου SOS - πρότερα και αντί αυτού χρησιμοποιούνταν το CQD (CQ Distress). Ο Τιτανικός βυθίστηκε δύο ώρες και σαράντα λεπτά αργότερα στις 02:20 στις 15 Απριλίου. Το κύτος 2 λεπτά πριν την βύθιση έσπασε σε 2 κομμάτια, αφού ενώ βυθιζόταν με την πλώρη προς τα κάτω και την πρύμνη προς τα πάνω, αποκόπηκε η πρύμνη, λόγω του τεράστιου βάρους του νερού στην πλώρη. Η βύθισή του παρέσυρε στο θάνατο γύρω στους 1.500 ανθρώπους με τους υπόλοιπους 700 να βρίσκονται στις σωσίβιες λέμβους και να παρακολουθούν το τραγικό γεγονός. Το ναυάγιο αυτό θεωρείται ένα από τα τραγικότερα "εν καιρώ ειρήνης" ναυάγια. Η περισυλλογή των διασωθέντων έγινε από το πλοίο RMS Carpathia, το οποίο έπλεε από τη Νέα Υόρκη προς το Φιούμε (σημερινή Ριέκα) και κατέφθασε στο σημείο του ναυαγίου στις 03:30.
Επιζήσαντες
Επτακόσιοι άνθρωποι κατάφεραν να επιζήσουν από το ναυάγιο. Από τους ανθρώπους που έπεσαν στη θάλασσα μετά την βύθιση του πλοίου διασώθηκαν μόνο 6. Οι βάρκες που βρίσκονταν τριγύρω δε γύρισαν για να μαζέψουν τους επιζήσαντες εκτός από μία. Ελάχιστοι άνθρωποι πέθαναν από πνιγμό, καθώς οι περρισότεροι πέθαναν από το κρύο (η θερμοκρασία του νερού του Ατλαντικού βρισκόταν μερικούς βαθμούς πάνω από το μηδέν). Σήμερα κανένας επιζών δεν βρίσκεται στην ζωή. Η τελευταία επιζήσασα από το ναυάγιο, Μιλβίνα Ντιν, απεβίωσε στις 31 Μαϊου 2009, σε ηλικία 97 ετών.
Μετά την τραγωδία
Η καταστροφή του Τιτανικού οδήγησε στην αλλαγή διάφορων νόμων της ναυτιλίας και κυρίως σε θέματα σωστικών μέσων των πλοίων. Ιδιαίτερα δε της απαίτησης τα μέσα διάσωσης όπως οι ναυαγοσωστικές λέμβοι, οι σωσίβιες ζώνες κ.λπ. να υπερκαλύπτουν σημαντικά τον συνολικό αριθμό των επιβαινόντων (επιβατών και πληρώματος) κάθε πλοίου.
Έρευνα Ναυαγίου
Πολλές ερευνητικές αποστολές οργανώθηκαν για την ανεύρεση του ναυαγίου του Τιτανικού, όμως παρουσίασαν πολλές δυσκολίες, με κυριότερο το μεγάλο βάθος στο οποίο βρίσκεται το ναυάγιο, ίσο με 3.700 μέτρα και την μεγάλη πίεση του νερού σε αυτό το βάθος. Τελικώς, το ναυάγιο του Τιτανικού ανακαλύφθηκε από μια γαλλοαμερικανική ομάδα της οποίας ηγούταν οι Ρόμπερτ Μπάλαρντ και Ζαν Λουί Μισέλ στις 1 Σεπτεμβρίου 1985.
H ομάδα ανακάλυψε ότι το πλοίο είχε σπάσει σε δύο μέρη, τη πλώρη και τη πρύμνη, τα οποία απείχαν στον πυθμένα 600 μέτρα το ένα από το άλλο. Τα δύο μέρη του πλοίου συγκρούστηκαν στον πυθμένα της θάλασσας με ταχύτητα που έφτασε τα 100 χιλιόμετρα την ώρα για την πρύμνη, με αποτέλεσμα η πρύμνη να διαλυθεί και η πλώρη να παραμορφωθεί από τη σύγκρουση, κάθως η ταχύτητα που έφτασε στο πυθμένα ήταν μικρότερη από αυτή της πρύμνης.
Το ναυάγιο του Τιτανικού είναι μια σπάνια οάση ζωής σε αυτό το βάθος. Μια έρευνα του 1991 κατέγραψε 28 είδη ζώων στο πλοίο, μεταξύ των οποίων γαρίδες, καβούρια και ανεμώνες, τα οποία αποτελούν μια συμβιωτική αποικία. Η απαραίτητη ενέργεια για την διατήρηση αυτής της αποικίας, προέρχεται από την οξείδωση του ατσάλινου κουφαριού του πλοίου από βακτήρια. Ένα από τα είδη βακτηρίων που αναγνωρίστηκαν στο πλοίο ήταν καινούργιο είδος και ονομάστηκε Halomonas titanicae, ή «αλομονάδα του Τιτανικού». Αποτέλεσμα αυτής της μετατροπής είναι το πλοίο σταδιακά να οξειδώνεται σε σκουριά και αναμένεται τελικά να καταρρεύσει σε 20 με 30 χρόνια.
Το ναυάγιο είναι εξελέξιμο από τις 16 Απριλίου 2012 για μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Εκείνη η ημερομηνία σηματοδοτεί τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη βύθιση του πλοίου και έτσι το πλοίο θα μπορεί να συμπεριληφθεί στα προστατευόμενα μνημεία, σύμφωνα με τη Σύμβαση Προστασίας της Υποθαλάσσιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς του 2001, καθώς ορίζει ότι η βύθιση του πλοίου πρέπει να έχει συμβεί τουλάχιστον 100 χρόνια πριν.
Θεωρίες
Το μεγάλο γεγονός του ναυαγίου του Τιτανικού έχει εμπνεύσει διάφορες θεωρίες εξήγησής του. Σήμερα αρκετοί πιστεύουν ότι στο ναυάγιο του Τιτανικού συνέτεινε και η υπέρμετρη ανθράκευση με σκοπό την κατάσβεση αναφλεγέντος άνθρακα, κάτι που οδήγησε σε αύξηση της ταχύτητας και ενδεχομένως έκανε αναπόφευκτη την πρόσκρουση στο παγόβουνο.
Μια νέα επιστημονική θεωρία για την πρόσκρουση του Τιτανικού πάνω στο μοιραίο παγόβουνο είναι ότι στις αρχές Ιανουαρίου του 1912 σημειώθηκε ένα σπάνιο σεληνιακό φαινόμενο. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, εκείνο τον μήνα του 1912 η Σελήνη βρέθηκε στην κοντινότερη απόσταση από τη Γη, τα τελευταία 1.400 χρόνια. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μια τεράστια παλίρροια με αποτέλεσμα τρεις μήνες μετά, πολλά παγόβουνα να εκτοπιστούν από τα ρηχά νερά που τα συγκρατούσαν κοντά στις ακτές της Γροιλανδίας και να κινηθούν προς τις θαλάσσιες οδούς, και τελικά να βρεθούν στη ρότα του Τιτανικού με συνέπεια το ναυάγιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου