Στο λόφο Καστράκι και στη γύρω περιοχή, κοντά στο σημερινό χωριό Σέσκλο, αναπτύχθηκε ένας από τους σπουδαιότερους νεολιθικούς οικισμούς της Ελλάδας και της Ευρώπης, που έδωσε το όνομά του σε μία ολόκληρη φάση της νεολιθικής εποχής στη Θεσσαλία. Κατοικήθηκε από την αρχή της νεολιθικής εποχής (7η χιλιετία π.Χ.) μέχρι και τη Μέση Εποχή του Χαλκού, αλλά γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του στην 5η χιλιετία π.Χ., κατά τη Μέση Νεολιθική περίοδο. Η τοποθεσία του συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά σύμφωνα με τα οποία οι πρώτοι κάτοικοι επέλεγαν τις θέσεις της εγκατάστασής τους: βρίσκεται ανάμεσα σε βαθιά εποχικά ρέματα, που εξασφαλίζουν την αφθονία νερού, κοντά σε επίπεδες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και σε ψηλότερους λόφους και όχι μακριά από τη θάλασσα. Η επιτυχία στην επιλογή της θέσης αποδεικνύεται και από τη μεγάλη διάρκεια ζωής του προϊστορικού οικισμού.
Οι πρώτοι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στο Σέσκλο στα μέσα της 7ης χιλιετίας π.Χ., στην περίοδο που ονομάζεται Προκεραμική Νεολιθική. Για τη γνώση της περιόδου αυτής στον ελλαδικό χώρο το Σέσκλο είναι μια από τις σπουδαιότερες θέσεις, κυρίως επειδή εδώ το «νεολιθικό τρίπτυχο» (μόνιμη κατοικία, γεωργία, κτηνοτροφία) διαπιστώνεται καθαρά. Η έκταση του οικισμού στο λόφο Καστράκι (Σέσκλο Α) δεν ήταν δυνατό να εξακριβωθεί, λόγω της μεταγενέστερης κατοίκησης του χώρου. Ωστόσο, λείψανα της φάσης αυτής έχουν διαπιστωθεί και 125 μ. πέρα από το βορειοανατολικό άκρο του λόφου (Σέσκλο Γ), γεγονός που δείχνει ότι ο οικισμός ήταν αρκετά μεγάλος. Τα σπίτια ήταν πρόχειρες καλύβες, από τις οποίες σώζονται μόνο αβαθή ορύγματα, τάφροι για λεπτά θεμέλια τετράπλευρου σπιτιού, κυκλικοί λάκκοι και λείψανα συμπαγούς πηλού, που μάλλον είχε χρησιμοποιηθεί στα τοιχώματα των κτισμάτων. Στον οικισμό βρέθηκαν ελάχιστα αντικείμενα, όπως λεπίδες από οψιανό και πυριτόλιθο, εργαλεία από πέτρες και οστά ζώων και ελάχιστα πήλινα ειδώλια και φαίνεται ότι οι άνθρωποι της περιόδου ζούσαν αποκλειστικά από τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Στην Αρχαιότερη Νεολιθική περίοδο (6η χιλιετία π.Χ.) ο οικισμός φαίνεται ότι αναπτυσσόταν σε μεγαλύτερη έκταση. Κατάλοιπά του έχουν διαπιστωθεί τόσο στο Σέσκλο Α, όσο και στην επίπεδη πλαγιά στα δυτικά (Σέσκλο Β) και στη γύρω περιοχή. Βασικό χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής αυτής της φάσης είναι η πολυμορφία των τύπων και η ποικιλία των υλικών, καθώς διαπιστώθηκαν τόσο σπίτια με λιθόκτιστα θεμέλια και τοίχους από πλίνθους, όσο και κατασκευές από πλασμένο πηλό και ξύλα, κάποτε με πλάκες εξωτερικά, τοποθετημένες σαν «ορθοστάτες». Οι κάτοικοι εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν απλά εργαλεία από πέτρα ή οστά, κατασκεύαζαν πήλινα ειδώλια, ενώ για πρώτη φορά συναντώνται πήλινα αγγεία, μονόχρωμα ή διακοσμημένα με γραπτά σχέδια.
Η κύρια φάση της ακμής του Σέσκλου, όμως, ήταν η Μέση Νεολιθική περίοδος. Ο οικισμός εκτεινόταν πάνω στο λόφο Καστράκι (Σέσκλο Α), στην επίπεδη πλαγιά στα δυτικά (Σέσκλο Β) και στη γύρω περιοχή, σε χώρο συνολικού εμβαδού τουλάχιστον 100 στρεμμάτων. Τα σπίτια, που υπολογίζονται σε 500-800, ήταν πιο πυκνά διατεταγμένα στο λόφο, χωρίζονταν από δρομάκια και πλατείες και περιβάλλονταν από μεγάλους αναλημματικούς τοίχους, ενώ στην επίπεδη περιοχή ήταν πιο άνετα και απομακρυσμένα. Όλα είχαν λίθινα θεμέλια, πλίνθινη ανωδομή και δίρριχτη στέγη με δοκούς και καμινάδες. Η περίοδος αυτή ταυτίζεται με το λεγόμενο «πολιτισμό του Σέσκλου», που χαρακτηρίζεται κυρίως από την κεραμική που βρέθηκε στον οικισμό και αποτέλεσε τη βάση της χρονολόγησης των υποπεριόδων της Μέσης Νεολιθικής. Τα αγγεία είναι χειροποίητα, κυρίως γραπτά, και η τεχνική του ψησίματός τους έχει βελτιωθεί, έχοντας ως αποτέλεσμα θαυμάσια κόκκινα χρώματα, που σχημάτιζαν μοτίβα επάνω σε υπόλευκο βάθος. Οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν περισσότερα λίθινα εργαλεία, ενώ αφθονότερα ήταν και τα εργαλεία από οψιανό, που προερχόταν από τη Μήλο. Ο οικισμός καταστράφηκε από φωτιά προς το τέλος της 5ης χιλιετίας π.Χ. και ερημώθηκε για περισσότερο από 500 χρόνια. Η περιοχή ξανακατοικήθηκε κατά τη Νεότερη Νεολιθική περίοδο μόνο, όμως, στο Καστράκι. Την περίοδο αυτή οικοδομήθηκε στο ψηλότερο σημείο το «μέγαρο», που καταλάμβανε το κεντρικό τμήμα του νέου οικισμού και περιβαλλόταν από σύστημα κυκλικών λίθινων περιβόλων. Ο οικισμός εξακολούθησε να κατοικείται μέχρι και την Πρώιμη και Μέση Εποχή του Χαλκού. Στην περίοδο αυτή ανήκουν ορισμένα σπίτια πάνω στο λόφο (Σέσκλο Α) καθώς και οι κιβωτιόσχημοι τάφοι που βρέθηκαν τόσο στο Σέσκλο Α, όσο και στο Σέσκλο Β.
Τα ερείπια του οικισμού εντοπίσθηκαν στο τέλος του 19ου αιώνα και οι πρώτες ανασκαφές έγιναν το 1901-1902 από τον Χρήστο Τσούντα πάνω στο λόφο Καστράκι. Το 1956 ο Δ.Ρ. Θεοχάρης άρχισε νέα ανασκαφική έρευνα στο λόφο και από το 1972 ερεύνησε τη γύρω περιοχή έξω από το λόφο, όπου αποκαλύφθηκε ο μεγάλος οικισμός της Μέσης Νεολιθικής εποχής.
Οι πρώτοι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στο Σέσκλο στα μέσα της 7ης χιλιετίας π.Χ., στην περίοδο που ονομάζεται Προκεραμική Νεολιθική. Για τη γνώση της περιόδου αυτής στον ελλαδικό χώρο το Σέσκλο είναι μια από τις σπουδαιότερες θέσεις, κυρίως επειδή εδώ το «νεολιθικό τρίπτυχο» (μόνιμη κατοικία, γεωργία, κτηνοτροφία) διαπιστώνεται καθαρά. Η έκταση του οικισμού στο λόφο Καστράκι (Σέσκλο Α) δεν ήταν δυνατό να εξακριβωθεί, λόγω της μεταγενέστερης κατοίκησης του χώρου. Ωστόσο, λείψανα της φάσης αυτής έχουν διαπιστωθεί και 125 μ. πέρα από το βορειοανατολικό άκρο του λόφου (Σέσκλο Γ), γεγονός που δείχνει ότι ο οικισμός ήταν αρκετά μεγάλος. Τα σπίτια ήταν πρόχειρες καλύβες, από τις οποίες σώζονται μόνο αβαθή ορύγματα, τάφροι για λεπτά θεμέλια τετράπλευρου σπιτιού, κυκλικοί λάκκοι και λείψανα συμπαγούς πηλού, που μάλλον είχε χρησιμοποιηθεί στα τοιχώματα των κτισμάτων. Στον οικισμό βρέθηκαν ελάχιστα αντικείμενα, όπως λεπίδες από οψιανό και πυριτόλιθο, εργαλεία από πέτρες και οστά ζώων και ελάχιστα πήλινα ειδώλια και φαίνεται ότι οι άνθρωποι της περιόδου ζούσαν αποκλειστικά από τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Στην Αρχαιότερη Νεολιθική περίοδο (6η χιλιετία π.Χ.) ο οικισμός φαίνεται ότι αναπτυσσόταν σε μεγαλύτερη έκταση. Κατάλοιπά του έχουν διαπιστωθεί τόσο στο Σέσκλο Α, όσο και στην επίπεδη πλαγιά στα δυτικά (Σέσκλο Β) και στη γύρω περιοχή. Βασικό χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής αυτής της φάσης είναι η πολυμορφία των τύπων και η ποικιλία των υλικών, καθώς διαπιστώθηκαν τόσο σπίτια με λιθόκτιστα θεμέλια και τοίχους από πλίνθους, όσο και κατασκευές από πλασμένο πηλό και ξύλα, κάποτε με πλάκες εξωτερικά, τοποθετημένες σαν «ορθοστάτες». Οι κάτοικοι εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν απλά εργαλεία από πέτρα ή οστά, κατασκεύαζαν πήλινα ειδώλια, ενώ για πρώτη φορά συναντώνται πήλινα αγγεία, μονόχρωμα ή διακοσμημένα με γραπτά σχέδια.
Η κύρια φάση της ακμής του Σέσκλου, όμως, ήταν η Μέση Νεολιθική περίοδος. Ο οικισμός εκτεινόταν πάνω στο λόφο Καστράκι (Σέσκλο Α), στην επίπεδη πλαγιά στα δυτικά (Σέσκλο Β) και στη γύρω περιοχή, σε χώρο συνολικού εμβαδού τουλάχιστον 100 στρεμμάτων. Τα σπίτια, που υπολογίζονται σε 500-800, ήταν πιο πυκνά διατεταγμένα στο λόφο, χωρίζονταν από δρομάκια και πλατείες και περιβάλλονταν από μεγάλους αναλημματικούς τοίχους, ενώ στην επίπεδη περιοχή ήταν πιο άνετα και απομακρυσμένα. Όλα είχαν λίθινα θεμέλια, πλίνθινη ανωδομή και δίρριχτη στέγη με δοκούς και καμινάδες. Η περίοδος αυτή ταυτίζεται με το λεγόμενο «πολιτισμό του Σέσκλου», που χαρακτηρίζεται κυρίως από την κεραμική που βρέθηκε στον οικισμό και αποτέλεσε τη βάση της χρονολόγησης των υποπεριόδων της Μέσης Νεολιθικής. Τα αγγεία είναι χειροποίητα, κυρίως γραπτά, και η τεχνική του ψησίματός τους έχει βελτιωθεί, έχοντας ως αποτέλεσμα θαυμάσια κόκκινα χρώματα, που σχημάτιζαν μοτίβα επάνω σε υπόλευκο βάθος. Οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν περισσότερα λίθινα εργαλεία, ενώ αφθονότερα ήταν και τα εργαλεία από οψιανό, που προερχόταν από τη Μήλο. Ο οικισμός καταστράφηκε από φωτιά προς το τέλος της 5ης χιλιετίας π.Χ. και ερημώθηκε για περισσότερο από 500 χρόνια. Η περιοχή ξανακατοικήθηκε κατά τη Νεότερη Νεολιθική περίοδο μόνο, όμως, στο Καστράκι. Την περίοδο αυτή οικοδομήθηκε στο ψηλότερο σημείο το «μέγαρο», που καταλάμβανε το κεντρικό τμήμα του νέου οικισμού και περιβαλλόταν από σύστημα κυκλικών λίθινων περιβόλων. Ο οικισμός εξακολούθησε να κατοικείται μέχρι και την Πρώιμη και Μέση Εποχή του Χαλκού. Στην περίοδο αυτή ανήκουν ορισμένα σπίτια πάνω στο λόφο (Σέσκλο Α) καθώς και οι κιβωτιόσχημοι τάφοι που βρέθηκαν τόσο στο Σέσκλο Α, όσο και στο Σέσκλο Β.
Τα ερείπια του οικισμού εντοπίσθηκαν στο τέλος του 19ου αιώνα και οι πρώτες ανασκαφές έγιναν το 1901-1902 από τον Χρήστο Τσούντα πάνω στο λόφο Καστράκι. Το 1956 ο Δ.Ρ. Θεοχάρης άρχισε νέα ανασκαφική έρευνα στο λόφο και από το 1972 ερεύνησε τη γύρω περιοχή έξω από το λόφο, όπου αποκαλύφθηκε ο μεγάλος οικισμός της Μέσης Νεολιθικής εποχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου