Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

25 Μαρτίου 1914: Ανήμερα της εθνικής επετείου ιδρύεται στη Θεσσαλονίκη ο αθλητικός σύλλογος Άρης, από διαφωνούντα μέλη του Ηρακλή.

Το ποδοσφαιρικό τμήμα του Άρη Θεσσαλονίκης ιδρύθηκε το 1914 και έχει κατακτήσει συνολικά τέσσερις τίτλους, τρία πρωταθλήματα και ένα κύπελλο Ελλάδας. Μεταξύ των τίτλων του είναι το πρώτο πρωτάθλημα Ελλάδας που διοργανώθηκε από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία την αγωνιστική περίοδο 1927-28. Έδρα του είναι το γήπεδο Κλεάνθης Βικελίδης στη Θεσσαλονίκη, χωρητικότητας 22.800 θεατών.

Ιστορία
Ο Άρης ιδρύθηκε ως Ποδοσφαιρικός Σύλλογος Άρης Θεσσαλονίκης στις 25 Μαρτίου (7 Απριλίου με το νέο ημερολόγιο) του 1914 στη Θεσσαλονίκη και υπήρξε το πρώτο ελληνικό σωματείο που ιδρύθηκε στην πόλη μετά την απελευθέρωση της το 1912 από τον οθωμανικό ζυγό. Για να τονισθεί ιδιαιτέρως ο ελληνικός χαρακτήρας του νεοσύστατου σωματείου, οι ιδρυτές του επέλεξαν ως ημέρα επίσημης ίδρυσής του, την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου. Ιδρυτές του Άρη ήταν οι: Γιάννης Αγγέλου, Λάζαρος Αγοραστός, Γρηγόρης Βλαχόπουλος, Λάζαρος Βλαχόπουλος, Πέτρος Γκοτζαμάνης, Δήμου, Άγγελος Ζέγας, Θόδωρος Θεοδωρίδης, Δημήτρης Ιωαννίδης, Τηλέμαχος Καραγιαννίδης, Δημήτρης Κοτρώτσης, Πέτρος Κρέης, Μήνως Κυδωνάκης, Λάζαρος Κωστίδης, Γιώργος Λάμπρου, Γιάννης Νακόπουλος, Θανάσης Παπαγεωργίου, Γιάννης Πλιάτσικας, Ρούσσος Ρωσσιάδης, Κάρολος Σαλούστο, Τάσος Τσιατσιαπάς και Πρόδρομος Κότσανος. Το 1926 ο σύλλογος αναγκάστηκε να τροποποιήσει το καταστατικό του και να μετονομαστεί σε Αθλητικός Σύλλογος Άρης Θεσσαλονίκης, ώστε να συμπεριλάβει και τα υπόλοιπα αθλήματα που ήδη είχε αρχίσει να καλλιεργεί στις τάξεις του.

Δεκαετία του '20
Το τμήμα ποδοσφαίρου του συλλόγου ιδρύθηκε το 1914, αλλά ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, καθώς και η μικρασιατική καταστροφή, δεν επέτρεψαν στον Άρη να αγωνιστεί μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '20. Ο πρώτος του φιλικός αγώνας πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 1922 εναντίον του Ηρακλή, τον οποίο και νίκησε με 2-0.
Το 1923, η ομάδα του Άρη κατέκτησε το πρώτο και μοναδικό Πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης που διοργανώθηκε από τη ΧΑΝΘ. Στον πρώτο του επίσημο αγώνα, στις 18 Μαρτίου 1923, νίκησε τον Ηρακλή με 1-0 άνευ αγώνα αφού η αντίπαλη ομάδα δεν προσήλθε στον αγωνιστικό χώρο. Ακολούθησαν οι νίκες εναντίον του Μεγάλου Αλεξάνδρου, της Μαξ Νορντάου και της Εφόρτ Σπορτίβ.
Στις 12 Αυγούστου του ίδιου έτους, οι "κίτρινοι" αντιμετώπισαν τον Πειραϊκό Σύνδεσμο, υπό την αιγίδα της Ένωσης Ποδοσφαιρικών Σωματείων Ελλάδος, για την ανάδειξη του πρωταθλητή ανάμεσα στον πρωταθλητή Αθηνών - Πειραιώς και αυτόν της Θεσσαλονίκης, έναν αγώνα που βρήκε τον Άρη ηττημένο με 1-3.
Την περίοδο 1923-24, ο Άρης κατέκτησε και πάλι τον τίτλο του πρωταθλητή Θεσσαλονίκης, νικώντας με 3-0 τον Μέγα Αλέξανδρο και 4-1 τον Ηρακλή.
Την επόμενη χρονιά δεν πραγματοποιήθηκε πρωτάθλημα της Ε.Π.Σ. Μακεδονίας-Θράκης λόγω διαφωνιών μεταξύ των συλλόγων. Ο Άρης υπήρξε ο πρώτος ελληνικός ποδοσφαιρικός σύλλογος που προσκάλεσε ξένη ομάδα για φιλικό αγώνα στην Ελλάδα. Την Κυριακή 2 Νοεμβρίου του 1924 διεξήχθη στο παλαιό γήπεδο του Ηρακλή, ο αγώνας μεταξύ Άρη και Ομλαντίνα Μοναστηρίου (στη θέση της δημιουργήθηκε η Πέλιστερ Μοναστηρίου το 1945) που τότε αγωνιζόταν στο πρωτάθλημα της Ποδοσφαιρικής υποομοσπονδίας Βελιγραδίου της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας Γιουγκοσλαβίας, με τελικό νικητή τον Άρη με 5-0, με τρία γκολ του Βεντουρέλη και από ένα των Πάγκαλου και Αρμά. Στον άτυπο επαναληπτικό του αγώνα αυτού, στις 5 Απριλίου 1925, στο Μοναστήρι (Μπίτολα) ο Άρης, ο οποίος κατέστη η πρώτη ελληνική ποδοσφαιρική ομάδα που έδωσε αγώνα στο εξωτερικό, έχασε με 2-1.
Στα τέλη Μαΐου της ίδιας χρονιάς, η ομάδα του Άρη αντιμετώπισε για πρώτη φορά τον Ολυμπιακό σε φιλικό αγώνα, χάνοντας με 1-3. Τρεις μήνες αργότερα, αγωνίστηκε με την Ένωση Κωνσταντινουπολιτών, από την οποία προήλθε ο ΠΑΟΚ και νίκησε με 5-2, με τους φιλοξενούμενους να αποχωρούν λίγο πριν τη λήξη του αγώνα διαμαρτυρόμενοι για πέναλτι που δεν τους δόθηκε.
Το 1926, ο Άρης κατέκτησε αήττητος το τρίτο του πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης, νικώντας με 4-1 και 5-2 τον Ηρακλή. Την επόμενη χρονιά, έχασε για πρώτη φορά τα πρωτεία στη Θεσσαλονίκη από τον Ηρακλή, από τον οποίο ηττήθηκε δύο φορές.
Η πρώτη μεγάλη επιτυχία για τον Άρη ήρθε την περίοδο 1927-28 όταν και κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα Ελλάδος, ξεπερνώντας στην τελική φάση τον Ατρόμητο Αθηνών και τον Εθνικό Πειραιώς, εκμεταλλευόμενος την αποχή από το πρωτάθλημα των ομάδων του ΠΟΚ. Στον πρώτο αγώνα στις 24 Μαΐου, η ομάδα της Θεσσαλονίκης επικράτησε με 3-1 του Ατρόμητου στην Αθήνα,ενώ τρεις ημέρες μετά ηττήθηκε από τον Εθνικό με 3-2. Στους επαναληπτικούς αγώνες που διεξήχθησαν τον Ιούνιο στη Θεσσαλονίκη, ο Άρης επικράτησε και των δύο αντιπάλων του με 3-1 και έτσι στέφθηκε ο πρώτος πρωταθλητής Ελλάδας. Προπονητής της ομάδας ήταν ο Γερμανός Τόμας Κέσλερ, ενώ διακεκριμένοι ποδοσφαιριστές του Άρη ήταν, μεταξύ άλλων, ο Κώστας Βικελίδης, ο Σάββας Βογιατζής που αναδείχθηκε και πρώτος σκόρερ της ομάδας με έξι γκολ, ο Νίκος Αγγελάκης, πρώτος σκόρερ της τελικής φάσης με τέσσερα γκολ και ο Διονύσης Καλτέκης.
Την επόμενη χρονιά, δεν διεξήχθη τελική φάση του πανελληνίου πρωταθλήματος, αν και ο Άρης κατέκτησε τον τίτλο του πρωταθλητή στη Θεσσαλονίκη, παίζοντας δύο αγώνες μπαράζ εναντίον του ΠΑΟΚ. Ο πρώτος έγινε στις 12 Μαΐου 1929 και έληξε 1-1, ενώ ο δεύτερος πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιουνίου με τον Άρη να νικάει με 4-3, έχοντας το Νίκο Αγγελάκη να σημειώνει χατ-τρικ.
Στις 20 Απριλίου 1929, είχε πραγματοποιηθεί η πρώτη φιλική αναμέτρηση ανάμεσα στον Άρη και τον Παναθηναϊκό, με τους "κίτρινους" να νικούν με 5-4.

Δεκαετία του '30
Στο πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης του 1930, ο Άρης αναδείχθηκε πρώτος με μεγάλη ευκολία, φέρνοντας εννέα νίκες και μία ισοπαλία σε σύνολο δέκα αγώνων, ενώ ο συντελεστής τερμάτων του ήταν 44-9. Στις 7 Μαΐου του ίδιου έτους, την τεχνική ηγεσία των "κίτρινων" ανέλαβε ο Τσέχος Ντε Βάλερ. Έντεκα ημέρες αργότερα, ο Άρης ηττήθηκε με 5-0 στον Πειραιά από τον Ολυμπιακό, ενώ στις 8 Ιουνίου ηττήθηκε εντός έδρας με 1-4 από τον Παναθηναϊκό. Μετά από δύο εβδομάδες έφερε ισοπαλία με τους "πράσινους" και την τελευταία αγωνιστική νίκησε με 2-1 τον Ολυμπιακό, κατακτώντας τελικά τη δεύτερη θέση του πρωταθλήματος.
Το πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης του 1931, ξεκίνησε ιδανικά για τον Άρη, αφού νίκησε με 10-2 τον Μακεδονικό, με 5-0 τον Μέγα Αλέξανδρο, με 6-2 τον Θερμαϊκό και με 6-2 τον ΠΑΟΚ. Παρ' όλα αυτά, η ΕΠΟ αποφάσισε να διακόψει τα τοπικά πρωταθλήματα και να διοργανώσει για πρώτη φορά πρωτάθλημα εθνικής κατηγορίας, στην οποία συμμετείχαν από την Ε.Π.Σ. Μακεδονίας ο Άρης, ο ΠΑΟΚ και ο Ηρακλής, από την Ε.Π.Σ. Αθηνών ο Παναθηναϊκός, η ΑΕΚ και ο Απόλλων Αθηνών, ενώ από την Ε.Π.Σ. Πειραιώς ο Ολυμπιακός και ο Εθνικός. Ο Άρης κατέκτησε τη δεύτερη θέση με οκτώ νίκες, τρεις ισοπαλίες και τρεις ήττες, με τον Νίκο Κίτσο να αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ με 13 γκολ.
Τέσσερα χρόνια μετά την κατάκτηση του πρώτου πανελλήνιου τίτλου του, οι "κίτρινοι" κατέκτησαν εκ νέου το πρωτάθλημα. Ο Άρης αναδείχθηκε πρωταθλητής συγκεντρώνοντας συνολικά 22 βαθμούς, τέσσερις περισσότερους από τον δεύτερο Παναθηναϊκό και πετυχαίνοντας μεγάλες νίκες όπως το 7-0 επί του Παναθηναϊκού με τέσσερα γκολ του Κίτσου, το 6-1 επί του Απόλλωνα Αθηνών με έξι γκολ του Αγγελάκη στην πρώτη εντός έδρας εμφάνιση με την πρώτη ομάδα του Κλεάνθη Βικελίδη, το 7-3 επί του Ηρακλή με τέσσερα γκολ του Κίτσου και τα εκτός έδρας 0-3 επί του Ολυμπιακού, του ΠΑΟΚ και της ΑΕΚ. Πρώτοι σκόρερ του πρωταθλήματος αναδείχθηκαν οι Νίκος Κίτσος με 15 γκολ και Νίκος Αγγελάκης με 14.
Μεγάλα αστέρια εκείνης της ομάδας ήταν οι Κίτσος, Αγγελάκης, Καλτέκης, Βογδάνου και Γκικόπουλος, ενώ προπονητής ο Ντε Βαλέρ.
Την ίδια χρονιά, η ΕΠΟ θεσμοθέτησε για πρώτη φορά το κύπελλο Ελλάδος, με τον Άρη να συντρίβει τον Παναθηναϊκό στον προημιτελικό με 7-2. Ακολούθησε η επικράτηση επί του Απόλλωνα Αθηνών, για να φθάσει στο τελικό όπου ηττήθηκε με 5-3 από την ΑΕΚ, χάνοντας την ευκαιρία να κατακτήσει το πρώτο νταμπλ.
Στο πρωτάθλημα του 1933, ο Άρης κατέκτησε την πρώτη θέση στον βόρειο όμιλο και προκρίθηκε στην τελική φάση, όπου νίκησε την ΑΕΚ με 2-1, αλλά ηττήθηκε δύο φορές από τον Ολυμπιακό και παρέμεινε στη δεύτερη θέση.
Την ίδια χρονιά, ο Άρης έφθασε και πάλι στον τελικό του κυπέλλου, ξεπερνώντας το εμπόδιο του Ηρακλή στα ημιτελικά. Στις 5 Φεβρουαρίου 1933, υποδέχθηκε τον Εθνικό στην Θεσσαλονίκη, φέρνοντας 2-2, με τον επαναληπτικό να πραγματοποιείται στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, με τον Εθνικό να κερδίζει με 2-1, παρά το γεγονός ότι ο Άρης προηγήθηκε.
Το 1934, το πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης διακόπηκε από την ΕΠΟ, ενώ ο Άρης ήταν αήττητος με έξι νίκες σε έξι αγώνες. Ο λόγος ήταν η διεξαγωγή του βορείου ομίλου της εθνικής κατηγορίας, όπου ηττήθηκε δύο φορές από τον Ηρακλή και αποκλείστηκε από την τελική φάση.
Την επόμενη χρονιά, οι "κίτρινοι" κατέλαβαν την πρώτη θέση του βορείου ομίλου, ισοβαθμώντας με τον Ηρακλή αλλά υπερτερώντας στον συντελεστή τερμάτων. Παρ' όλα αυτά, η τελική φάση του πρωταθλήματος ματαιώθηκε με σκοπό την πληρέστερη προετοιμασία της εθνικής ομάδας για το 5ο Βαλκανικό Κύπελλο.
Την περίοδο 1935-36, ο Άρης συμμετείχε στο πρωτάθλημα εθνικής κατηγορίας που διοργάνωσε η ΕΠΟ, κατακτώντας την τέταρτη θέση πίσω από τους Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό και Απόλλωνα Αθηνών, με τέσσερις νίκες, πέντε ισοπαλίες και πέντε ήττες.
Ακολούθησαν και πάλι οι διοργανώσεις των τοπικών πρωταθλημάτων το 1937, όπου ο Άρης αγωνίστηκε για πρώτη φορά σ' εκείνη τη δεκαετία χωρίς τον Νίκο Κίτσο, ο οποίος μεταγράφηκε στον Ηρακλή. Οι "κίτρινοι" περιορίστηκαν στην τρίτη θέση, με τον Κλεάνθη Βικελίδη να πετυχαίνει οκτώ γκολ. Τον Απρίλιο εκείνης της χρονιάς, η ομάδα έδωσε σειρά φιλικών στην Παλαιστίνη, μεταξύ αυτών και με την Μακάμπι Τελ Αβίβ, την οποία νίκησε με 1-3.
Ο Άρης επανήλθε στη θέση του πρωταθλητή Θεσσαλονίκης το 1938, νικώντας τον ΠΑΟΚ με 2-1 στις 20 Μαρτίου 1938. Στην τελική φάση, η ομάδα του Κώστα Βικελίδη κατέρρευσε, χάνοντας και στους τέσσερις αγώνες από τον Ολυμπιακό και τον Απόλλων Αθηνών.
Την επόμενη χρονιά, η ομάδα του Άρη έχασε το πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης για έναν βαθμό, παρά την πολύ μεγάλη νίκη με 1-5 επί του αιωνίου αντιπάλου του, ΠΑΟΚ. Στους κρίσιμους αγώνες με τον Ηρακλή, ο Άρης ηττήθηκε δύο φορές, με πρωταγωνιστή έναν πρώην άσο του, τον Νίκο Κίτσο. Στην τρίτη διοργάνωση του κυπέλλου, η ομάδα της Θεσσαλονίκης νίκησε με 8-1 τον Αστέρα Αθηνών με τέσσερα γκολ του Κλεάνθη Βικελίδη, αλλά αποκλείστηκε στον προημιτελικό από τον Εθνικό.
Μέχρι το 1939, ο Άρης είχε κατακτήσει 8 πρωταθλήματα Θεσσαλονίκης και 3 πρωταθλήματα Βορείου Ομίλου, επιτεύγματα τα οποία τον καθιστούσαν πρώτη ποδοσφαιρική δύναμη στη Βόρεια Ελλάδα.

Δεκαετία του '40
Στα μέσα της δεκαετίας του '30, ο Άρης είχε ενισχυθεί με παίκτες όπως ο Μιχάλης Κολωνιάρης και ο Βαχάκ Αμπραχαμιάν, οι οποίοι στελέχωσαν τη σύνθεση της ομάδας ακόμη και στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Παρ' όλα αυτά, στο πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης του 1940, ο Άρης παρέμεινε τρίτος παρά τις δύο νίκες κατά του ΠΑΟΚ και την καλύτερη επιθετική επίδοση της διοργάνωσης.
Την ίδια χρονιά, στον βόρειο όμιλο της εθνικής κατηγορίας, ο Άρης ισοβάθμησε στην πρώτη θέση με τον ΠΑΟΚ, αλλά ο "δικέφαλος" πήρε το εισιτήριο για την τελική φάση λόγω των μεταξύ τους αποτελεσμάτων.
Στη διοργάνωση του κυπέλλου, ο Άρης απέκλεισε στον επαναληπτικό τη Δόξα Δράμας στη φάση των 16 και τον ΠΑΟΚ με 0-1 στον επαναληπτικό του αρχικού 1-1 στα προημιτελικά. Στον ημιτελικό εναντίον της ΑΕΚ, ο Κλεάνθης Βικελίδης ισοφάρισε σε 2-2 στο 118' και οπαδοί του Άρη εισέβαλαν στον αγωνιστικό χώρο και σήκωσαν στα χέρια τον αρχηγό της ομάδας. Ο αγώνας ολοκληρώθηκε με τον Άρη να αγωνίζεται με δέκα παίκτες, αφού ο Βικελίδης δεν κατάφερε να επιστρέψει στο γήπεδο. Στον δεύτερο επαναληπτικό, ο Άρης νίκησε με 3-0. Ο τελικός αγώνας έλαβε χώρα στο γήπεδο του Παναθηναϊκού με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό. Ο Άρης βρέθηκε να χάνει με 3-0 στο 13ο λεπτό και το μόνο που κατάφερε ήταν να μειώσει σε 3-1 με τον Δημοσθένη Χατζηνικολάου.
Η περίοδος 1940-41 ξεκίνησε με τον Άρη να φέρνει 2-2 στη έδρα του ΠΑΟΚ και να συντρίβει τη ΜΕΝΤ με 4-0, στις 27 Οκτωβρίου 1940. Την επομένη, ο ιταλικός στρατός επιτέθηκε στην Ελλάδα και οποιαδήποτε αθλητική δραστηριότητα διακόπηκε.
Τρία χρόνια αργότερα, οι κατακτητές Γερμανοί επέτρεψαν τη διεξαγωγή του τουρνουά Πάσχα, με τον Άρη να έρχεται ισόπαλος 2-2 με τη μικτή ΠΑΟΚ-Ηρακλή. Ένας νέος φιλικός αγώνας ανάμεσα στις δύο ομάδες επαναλήφθηκε στις 2 Ιουλίου 1944. Μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων τον Οκτώβριο του 1944, η επίσημη διεξαγωγή του πρώτου μεταπολεμικού πρωταθλήματος ορίστηκε για το Νοέμβριο της επόμενης χρονιάς, δίνοντας τη δυνατότητα στις ομάδες να ανασυνταχθούν και να βελτιώσουν τις αθλητικές τους εγκαταστάσεις, βρίσκοντας οικονομικούς πόρους για την επαναλειτουργία τους.
Η ομάδα του Άρη είχε ενεργούς ακόμη τους Βικελίδη και Κολωνιάρη, ενώ την τεχνική ηγεσία ανέλαβε ο Διονύσης Καλτέκης. Στο ξεκίνημα του πρωταθλήματος Θεσσαλονίκης, ο Άρης ηττήθηκε με 3-4 από τον Μακεδονικό, νικώντας στη συνέχεια τη ΜΕΝΤ και τον ΠΑΟΚ, αλλά χάνοντας εντός έδρας με 1-2 από τον Ηρακλή. Με πέντε συνεχόμενες νίκες στον δεύτερο γύρο, οι "κίτρινοι" κατέκτησαν για άλλη μια φορά τον τίτλο του πρωταθλητή Θεσσαλονίκης και αντιμετώπισαν στην τελική φάση την πρωταθλήτρια Αθηνών ΑΕΚ και τον πρωταθλητή Πειραιά Ολυμπιακό.
Στις 30 Μαΐου 1946, ηττήθηκαν εκτός έδρας με 4-0 από την ομάδα του Πειραιά, φέρνοντας ισοπαλία 1-1 με την ΑΕΚ τρεις ημέρες αργότερα, με γκολ του Βικελίδη. Στις 16 Ιουνίου, ο Άρης νίκησε με 1-0 τον Ολυμπιακό με γκολ του Άγγελου Βασιλειάδη και μία εβδομάδα αργότερα επιβλήθηκε της ΑΕΚ με 4-1, με δύο γκολ του Βικελίδη και ένα από τους Κολωνιάρη και Λιακόπουλο. Η ομάδα της Θεσσαλονίκης κατέκτησε για τρίτη φορά τον τίτλο του πρωταθλητή Ελλάδας, με εννέα βαθμούς, έναντι οκτώ της ΑΕΚ και επτά του Ολυμπιακού.
Την επόμενη χρονιά, ο Άρης τερμάτισε τρίτος πίσω από τον Μακεδονικό και τον Ηρακλή, με τους Βικελίδη και Αμπραχαμιάν να επιτίθενται στον διαιτητή Μαρίντση στον αγώνα με τον ΠΑΟΚ και τον Άρη να μηδενίζεται. Οι δύο αθλητές τιμωρήθηκαν μέχρι το τέλος της αγωνιστικής περιόδου.
Το 1948, οι "κίτρινοι" ήλθαν δεύτεροι πίσω από τον ΠΑΟΚ, από τον οποίο έχασαν με 0-1 στις 29 Φεβρουαρίου. Στις 11 Απριλίου ο Άρης ανταπέδωσε, νικώντας τον δικέφαλο εκτός έδρας με 2-5 για το κύπελλο, πριν αποκλειστεί από τον Μέγα Αλέξανδρο. Επίσης, στις 20 Ιουνίου 1948, αντιμετώπισε την γαλλική Ρεμς σε φιλικό αγώνα που διεξήχθη στη Θεσσαλονίκη, με το σκορ να είναι 1-1 πριν διακοπεί ο αγώνας λόγω καταρρακτώδους βροχής.
Το 1949, οι "κίτρινοι επέστρεψαν στους τίτλους, ισοβαθμώντας με τον ΠΑΟΚ στην πρώτη θέση του βαθμολογικού πίνακα αλλά υπερτερώντας στη διαφορά τερμάτων. Το καλοκαίρι του 1948, είχε ενταχθεί στη σύνθεση της ομάδας ο επιθετικός του Απόλλωνα Αθηνών, Βασίλης Γρηγοριάδης, ο οποίος αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με εννέα γκολ. Στην τελική φάση του πανελληνίου πρωταθλήματος, ο Άρης παραχώρησε ισοπαλία 4-4 στον Ολυμπιακό με χατ-τρικ του Γρηγοριάδη, αλλά ηττήθηκε στον Πειραιά με 4-1. Στους δύο αυτούς αγώνες, ο πρώην ποδοσφαιριστής των "κίτρινων" και τότε αθλητής του Ολυμπιακού, Άγγελος Βασιλειάδης, δεν δέχτηκε να αγωνιστεί εναντίον της πρώην ομάδας του. Στις 17 Ιουλίου 1949 ο Άρης αντιμετώπισε εκτός έδρας τον Παναθηναϊκό, προηγήθηκε με τέρμα του Δημήτρη Καλτέκη στο 53' και ισοφαρίστηκε στο 74'. Οι φιλοξενούμενοι διαμαρτυρήθηκαν έντονα για το γκολ της ισοφάρισης, με τον τερματοφύλακα Κώστα Βελλιάδη να αποβάλλεται, αλλά επειδή αρνήθηκε να αποχωρήσει, ο αγώνας διακόπηκε εις βάρος τους. Μία εβδομάδα αργότερα, "ο Άρης παρέταξε την αναπληρωματικήν του ομάδα, ενισχυμένην με τρεις μόνον παίκτας της πρώτης (σημ. α'), λόγω της αδίκου, ως πιστεύει, τιμωρίας των παικτών του Βελλιάδη και Αμπραχαμιάν", για να ηττηθεί με 0-2 από τους "πράσινους". Αυτή ήταν και η τελευταία χρονιά του Κλεάνθη Βικελίδη με την ομάδα του Άρη.

Δεκαετία του '50
Μετά την αποχώρηση του Βικελίδη από την ενεργό δράση, ο Άρης ενισχύθηκε με τον Λεωνίδα Ποζάνη και τον Στέλιο Παπουτσόπουλο, αλλά τερμάτισε στην τρίτη θέση του τοπικού πρωταθλήματος του 1950, έχοντας ως πρώτο σκόρερ τον Δημήτρη Καζαντζή με οκτώ γκολ. Την ίδια περίοδο, οι "κίτρινοι" έφθασαν για τέταρτη φορά στον τελικό του κυπέλλου, έχοντας αποκλείσει πιο πριν την Ελπίδα Δράμας, τον ΠΑΟΚ και τον Εθνικό, αλλά η "κατάρα" των τελικών συνεχίστηκε, με την ομάδα της Θεσσαλονίκης να χάνει εύκολα από την ΑΕΚ με 4-0.
Την επόμενη χρονιά, ο Άρης πραγματοποίησε απογοητευτική πορεία με τέσσερις νίκες σε δέκα αγώνες του πρωταθλήματος Θεσσαλονίκης, καταλαμβάνοντας την τέταρτη θέση, ενώ στο κύπελλο αποκλείστηκε από τον ΠΑΟΚ στη φάση των προημιτελικών, χάνοντας με 2-4 στην παράταση.
Το 1952, το γεγονός που ξεχώρισε ήταν τα εγκαίνια του γηπέδου Χαριλάου, με τον Άρη να δίνει φιλικό αγώνα με τον Ολυμπιακό στις 4 Νοεμβρίου 1951. Στο τοπικό πρωτάθλημα, η ομάδα του Νίκου Αγγελάκη τερμάτισε δεύτερη πίσω από τον Ηρακλή, από τον οποίο ηττήθηκε δύο φορές. Στη διοργάνωση του κυπέλλου, οι "κίτρινοι" απέκλεισαν τον ΠΑΟΚ στους "16" για να μείνουν εκτός στην επόμενη φάση από τη Δόξα στη Δράμα, όπου ηττήθηκαν με 3-2.
Ο Άρης κατάφερε να κατακτήσει το πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης μετά από τέσσερα χρόνια το 1953, νικώντας τον Ηρακλή στον επαναληπτικό αγώνα μπαράζ με 1-0, έχοντας ως σκόρερ τον Άγγελο Παπαγγέλου στο 87ο λεπτό. Στην τελική φάση του πανελλήνιου πρωταθλήματος, η ομάδα της Θεσσαλονίκης ηττήθηκε δύο φορές με 0-1 από τον Παναθηναϊκό, μία φορά από τον Ολυμπιακό με 3-1 στον Πειραιά και έφερε λευκή ισοπαλία με τους "ερυθρόλευκους" στη Θεσσαλονίκη. Για το κύπελλο Ελλάδος, ο Άρης απέκλεισε τον Ηρακλή με 5-1 αλλά αποκλείστηκε στον προημιτελικό από την ΑΕΚ με 0-1.
Την επόμενη χρονιά, ο Άρης αποδυναμώθηκε επιθετικά χάνοντας τον Λευτέρη Χαλυβόπουλο, κατακτώντας τη δεύτερη θέση του πρωταθλήματος Θεσσαλονίκης, ενώ στο κύπελλο αποκλείστηκε εντός έδρας από τη Δόξα Δράμας στα προημιτελικά. Ακολούθησε η τρίτη θέση του 1955, ενώ στο κύπελλο ήλθε ο εντός έδρας αποκλεισμός από τον Παναθηναϊκό με 0-1.
Το καλοκαίρι του 1955, ο τερματοφύλακας Κώστας Βελλιάδης, αφέθηκε ελεύθερος από τη διοίκηση της ομάδας, μετά από πολυετή προσφορά στον σύλλογο και εντάχθηκε στον ΠΑΟΚ για έναν χρόνο πριν αποχωρήσει από την ενεργό δράση. Νέοι παίκτες του Άρη ήταν οι Μουφίτ Καλλιοτζής, Μιχάλης Μπαλτατζής και Ηλίας Κεμαλίδης, με την ομάδα των "κίτρινων" να έρχεται δεύτερη στο πρωτάθλημα της ΕΠΣ Μακεδονίας. Η ΕΠΟ επανέφερε το σύστημα με τη διοργάνωση πρωταθλήματος σε βόρειο και νότιο όμιλο, με τον Άρη να τερματίζει πρώτος πάνω από τον ΠΑΟΚ, αλλά στην τελική φάση να τερματίζει έκτος και τελευταίος με τρεις ισοπαλίες και επτά ήττες σε δέκα αγώνες. Για τη διοργάνωση του κυπέλλου, ο Άρης απέκλεισε τον Ηρακλή με 2-1 σε επαναληπτικό αγώνα αλλά ηττήθηκε εντός έδρας στα ημιτελικά από τον Ολυμπιακό με τρία γκολ του Κώστα Πολυχρονίου.
Την επόμενη χρονιά, η διεκδίκηση του τοπικού τίτλου κρίθηκε στην τελευταία αγωνιστική, με τον Άρη να χρειάζεται μόνο νίκη εναντίον του ΠΑΟΚ, αλλά να κατακτά τη δεύτερη θέση μετά το ισόπαλο 1-1. Οι δύο ομάδες προκρίθηκαν στο πρωτάθλημα εθνικής κατηγορίας, με τον Άρη να τερματίζει έβδομος, χάνοντας δύο φορές από τον Ολυμπιακό και εντός έδρας από τον ΠΑΟΚ, αλλά νικώντας τον Παναθηναϊκό εκτός έδρας με δύο γκολ του Γιάννη Σισμανίδη.
Το καλοκαίρι του 1957, ο Άρης ενισχύθηκε με τον τερματοφύλακα Βαγγέλη Πετράκη και τον επιθετικό Στέλιο Πέρρο από τον Μελιτέα. Παρ' όλα αυτά, το πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης κατέκτησε για μοναδική φορά στην ιστορία του ο Απόλλων Καλαμαριάς, ενώ ο Άρης περιορίστηκε στην τέταρτη θέση. Για το κύπελλο Ελλάδος, οι "κίτρινοι" απέκλεισαν τον ΠΑΟΚ με 2-0 και κληρώθηκαν να αντιμετωπίσουν τον Παναθηναϊκό εντός έδρας, στις 9 Ιουλίου 1958. Λίγες ημέρες πριν τη διεξαγωγή του αγώνα, η ΕΠΟ άλλαξε την έδρα, ορίζοντας το γήπεδο του Παναθηναϊκού, με τη διοίκηση του Άρη να αντιδρά αποσύροντας την ομάδα. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Άρης έδωσε φιλικό αγώνα με τον ΠΑΟΚ, ο οποίος έληξε 1-1.
Την περίοδο 1958-59, ο Άρης κατέκτησε το τελευταίο πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης, όντας ο πολυνίκης σύλλογος της διοργάνωσης με δώδεκα τίτλους. Ο Πέρρος αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ με 15 γκολ και το πρωτάθλημα Ελλάδος διοργανώθηκε με δέκα ομάδες. Ο Άρης κατέλαβε την έκτη θέση, ενώ στο κύπελλο αποκλείστηκε από τη Νίκη Βόλου εκτός έδρας.

Δεκαετία του ΄60
Στο πρώτο πρωτάθλημα Α' Εθνικής, ο Άρης παρουσιάστηκε με προπονητή τον Σβέτισλαβ Γκλίσοβιτς και πραγματοποίησε μέτρια πορεία κατακτώντας την όγδοη θέση, ενώ στο κύπελλο αποκλείστηκε από τον Παναιγιάλειο.
Την επόμενη περίοδο, ξεκίνησε μία τριετία όπου ο Άρης πραγματοποίησε πολύ μέτριες πορείες φθάνοντας στο σημείο να κινδυνεύσει με υποβιβασμό. Το 1961, η ομάδα της Θεσσαλονίκης τερμάτισε δωδέκατη, ενώ στο κύπελλο αποκλείστηκε από τον Ολυμπιακό με 2-3.
Ακολούθησε η 13η θέση του 1962, με τους "κίτρινους" να ηττώνται στους μισούς αγώνες του πρωταθλήματος. Η έσχατη χρονιά για εκείνη την εποχή του συλλόγου, υπήρξε το 1963, όπου ο Άρης αναγκάστηκε να διεκδικήσει τη σωτηρία του στην πρώτη κατηγορία μέσω αγώνων μπαράζ. Η ομάδα του Μπέλλα Πάλφυ, νίκησε την Προοδευτική με 3-1 στη Λαμία, έφερε ισοπαλία με τον Παναιγιάλειο στον Βόλο και ηττήθηκε στον αδιάφορο τελευταίο αγώνα από τον Απόλλωνα Καλαμαριάς. Μοναδική αναλαμπή τη συγκεκριμένη χρονιά, υπήρξε η πορεία της ομάδας για το κύπελλο, όπου απέκλεισε κατά σειρά την Αναγέννηση Καρδίτσας, τον Ηρακλή και την ΑΕΚ, πριν ηττηθεί στον επαναληπτικό αγώνα του αρχικού 1-1 στη Θεσσαλονίκη, με 5-2 από τον Ολυμπιακό στον Πειραιά.
Από τις δύο προηγούμενες χρονιές, έκανε την εμφάνιση της στη σύνθεση του Άρη μία φουρνιά παικτών η οποία θα διακρινόταν στα επόμενα χρόνια. Μεταξύ αυτών, οι Νίκος Χρηστίδης, Αλέκος Αλεξιάδης, Βασίλης Ψηφίδης και Γιώργος Κωνσταντινίδης. Ο Πάλφι παρέμεινε στην τεχνική ηγεσία του τμήματος και ο Άρης σαφώς βελτιωμένος, κατέκτησε την έκτη θέση, με την προσθήκη των Δημήτρη Γριμπελάκου και του Στέφανου Δεμίρη. Την τέταρτη αγωνιστική του πρωταθλήματος, ο Άρης νίκησε εκτός έδρας τον ΠΑΟΚ, ξεκινώντας μία δεκαετή παράδοση κατά την οποία δεν ηττήθηκε από τον "δικέφαλο του βορρά".
Η επιτυχημένη πορεία της προηγούμενης χρονιάς, έδωσε στον Άρη το δικαίωμα να αγωνιστεί στο κύπελλο Διεθνών Εκθέσεων, παραχωρώντας λευκή ισοπαλία στη Ρόμα στο Καυταντζόγλειο Στάδιο, πριν ηττηθεί με 3-0 στην Ιταλία. Στη συνέχεια κατέλαβε την έβδομη θέση του πρωταθλήματος, με τη νίκη με 2-3 επί του Ολυμπιακού στον Πειραιά να ξεχωρίζει. Την 1 Νοεμβρίου 1964, ο Άρης έφερε ισοπαλία 2-2 με τον Παναθηναϊκό στο Καυταντζόγλειο, με 34.277 εισιτήρια να κόβονται. Στο κύπελλο, οι "κίτρινοι" αποκλείστηκαν στα προημιτελικά από τη Νίκη Βόλου.
Την περίοδο 1965-66, ο Άρης κατέλαβε την πέμπτη θέση στο πρωτάθλημα, πετυχαίνοντας τη μεγαλύτερη νίκη της ιστορίας του κατά του αιώνιου αντιπάλου του με 5-1. Για το κύπελλο Εκθέσεων, ο Άρης πέτυχε την πρώτη του ευρωπαϊκή νίκη, καταβάλλοντας με 2-1 την Κολωνία με γκολ των Κωνσταντινίδη και Φιλίππου, αλλά ηττήθηκε στην Γερμανία με 2-0, αποκλειόμενος από την επόμενη φάση.
Ο Μπέλα Πάλφι αποχώρησε μετά από παρουσία 3,5 ετών, δίνοντας τη θέση του στον Σβέτισλαβ Γκλίσοβιτς και τους "κίτρινους" με νέα προσθήκη τον Μανώλη Κεραμιδά να κατακτούν την πέμπτη θέση. Στις 11 Σεπτεμβρίου 1966, ο Άρης ηττήθηκε στο Καυταντζόγλειο από τη Γιουβέντους με 0-2, πριν συντριβεί με 5-0 στον επαναληπτικό του Τορίνο. Για τον θεσμό του κυπέλλου, ο Άρης υπήρξε θύμα έκπληξης στη φάση των 32, όταν αποκλείστηκε από την Ασπίδα στην Ξάνθη με 2-1.
Νέος προπονητής της ομάδας ανέλαβε ο Σεβεριάνο Κορέιρα για το πρωτάθλημα του 1967-68, με την ομάδα του Άρη να κατακτά την τέταρτη θέση, χωρίς να γνωρίσει ήττα στην έδρα της. Βελτιωμένος επιθετικά, ο Άρης πέτυχε 61 γκολ με σπουδαίες νίκες κατά του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού στη Θεσσαλονίκη, όπως και επί του ΠΑΟΚ με 2-3 στο γήπεδο της Τούμπας, σε έναν αγώνα που ξεκίνησε στις έντεκα το πρωί της 22ης Οκτωβρίου του 1967.
Την επόμενη χρονιά, οι "κίτρινοι" επέστρεψαν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, νικώντας την Χιμπέρνιανς από τη Μάλτα, την οποία κατέβαλαν με 1-0 στη Θεσσαλονίκη και με 0-6 εκτός έδρας. Στον επόμενο γύρο, ο Άρης αντιμετώπισε την Ουίπεστ, από την οποία ηττήθηκε με 1-2 εντός έδρας και με 9-1 εκτός. Για τη διοργάνωση του πρωταθλήματος, ο Άρης κατάφερε να σπάσει την τριάδα των Αθηνών, κατακτώντας την τρίτη θέση, με την προσθήκη των Κλήμη Γούναρη και Θόδωρου Πάλλα, ενώ στα μέσα της χρονιάς αποχώρησε ο Δημητρης Γριμπελάκος μετά από έξι χρόνια παρουσίας στον σύλλογο.

Δεκαετία του '70
Την περίοδο 1969-70, ο Άρης κατέκτησε τον μοναδικό μέχρι σήμερα τίτλο του, το κύπελλο Ελλάδος. Στον δεύτερο γύρο, η ομάδα του Άρη αντιμετώπισε την Πάτρα εκτός έδρας, την οποία απέκλεισε με 0-1 και στις 27 Απριλίου 1970 νίκησε τον Παναθηναϊκό με 2-1 στη φάση των 16. Στη φάση των προημιτελικών, ο Άρης νίκησε εκτός έδρας την Καλλιθέα με 1-3, με γκολ των Σπυρίδωνα, Αλεξιάδη και Κεραμιδά. Στον ημιτελικό της 21ης Ιουνίου, ο Άρης κατέβαλε την αντίσταση του Ολυμπιακού στο στάδιο Καραϊσκάκη με γκολ του Κώστα Παπαϊωάννου.
Ο τελικός με τον ΠΑΟΚ ορίστηκε μία εβδομάδα αργότερα και για πρώτη φορά δεν συμμετείχε ούτε μία ομάδα από την Αθήνα. Ο αγώνας αυτός ήταν ο πρώτος που μεταδόθηκε ζωντανά από την ελληνική τηλεόραση, παρουσία 50.000 θεατών. Ο Άρης είχε στο απουσιολόγιο του τον Τάκη Λουκανίδη λόγω τιμωρίας, με τον Ιωσήφ Μιχαηλίδη να παίρνει τη θέση του. Το μοναδικό γκολ του αγώνα πέτυχε ο Μανώλης Κεραμιδάς στο όγδοο λεπτό της αναμέτρησης, ενώ στη συνέχεια ακυρώθηκαν δύο ακόμη τέρματα του Αρη. Ο ΠΑΟΚ έχασε πέναλτι στο 33ο λέπτο με τον Κούδα και ο Άρης πανηγύρισε τον τίτλο.
Για το πρωτάθλημα του 1969-70, ο Άρης κατέκτησε την τέταρτη θέση, έχοντας μία από τις καλύτερες αμυντικές επιδόσεις όλων των εποχών, με μόλις 15 γκολ παθητικό. Μέχρι τα μέσα του δεύτερου γύρου, η ομάδα της Θεσσαλονίκης ήταν δεύτερη, αλλά οι ήττες από την ΑΕΚ και τον ΟΦΗ την περιόρισαν στην τιμητική τέταρτη θέση. Για το κύπελλο Διεθνών Εκθέσεων, ο Άρης έφερε 1-1 στο Καυταντζόγλειο με την ιταλική Κάλιαρι, σε έναν αγώνα όπου κόπηκαν 42.211 εισιτήρια. Οι Θεσσαλονικείς αποκλείστηκαν, χάνοντας εκτός έδρας με 3-0.
Την επόμενη χρονιά, η πορεία της ομάδας ήταν απογοητευτική, με τους "κίτρινους" να περιορίζονται στη δέκατη θέση, χωρίς να πετύχουν εκτός έδρας νίκη. Στα μέσα της χρονιάς, απολύθηκε ο προπονητής Μίλοβαν Τσίριτς, με τον Λάζο Μπαλτατζή και τον Λες Άλεν να ολοκληρώνουν την χρονιά. Για το κύπελλο Κυπελλούχων, η ομάδα του Άρη αντιμετώπισε την αγγλική Τσέλσι, φέρνοντας 1-1 στην Θεσσαλονίκη, πριν ηττηθεί με 5-1 στο Λονδίνο. Την ίδια χρονιά, ο Άρης κατέκτησε το κύπελλο Μεγάλης Ελλάδος, νικώντας τον Πεζοπορικό Λάρνακας σε διπλό αγώνα.
Την περίοδο 1971-72, ο Άρης κατέλαβε την τέταρτη θέση στο πρωτάθλημα με μόλις πέντε ήττες σε 34 αγώνες και έχοντας ως εντός έδρας ρεκόρ δώδεκα νίκες και πέντε ισοπαλίες. Προπονητής της ομάδας ήταν ο Ουΐλφ Μακγκίνες και νέα προσθήκη ο Γιώργος Φοιρός από τον Αγροτικό Αστέρα, μετέπειτα διεθνής με την Εθνική Ελλάδος. Για τη διοργάνωση του κυπέλλου, ο Άρης απέκλεισε εκτός έδρας τον Ολυμπιακό με 1-2, αλλά στη φάση των προημιτελικών αποκλείστηκε από τον ΠΑΟΚ με το ίδιο σκορ. Τρεις ημέρες νωρίτερα, είχε λάβει χώρα στο γήπεδο Χαριλάου, η αναμέτρηση των δύο ομάδων για το πρωτάθλημα, η οποία έληξε με 3-3 και τον Άρη να έχει έντονα παράπονα από τη διαιτησία του Νίκου Ζλατάνου. Για τον αγώνα του κυπέλλου, η διαιτησία του Χρήστου Μίχα ήταν παρόμοια, με τον διαιτητή να αρνείται τρία πέναλτι στον Άρη και να αποβάλει τον Γιάννη Μπαλάφα στο 40ο λεπτό. Οι εφημερίδες της εποχής χαρακτήρισαν τον αγώνα "το ντέρμπι του μίσους", αφού διακόπηκε στο 88ο λεπτό, όταν οι παίκτες των δύο ομάδων ήρθαν στα χέρια με συνέπεια να τιμωρηθούν με ετήσιο αποκλεισμό οι Αλεξιάδης και Σπυρίδων, με εξάμηνο αποκλεισμό ο Βαγγέλης Συρόπουλος και με τρίμηνο αποκλεισμό οι Σοφοκλής Σεμερτζής και Γιάννης Μπαλάφας.
Ο Άρης ενισχύθηκε με τον Σπύρο Καπερνέκα και τον Μίλτο Κουμαριά από τον Ολυμπιακό, όπως και τον Γιώργο Μπιτζίδη από τον Πανσερραϊκό. Παρ' όλα αυτά, περιορίστηκε στην ένατη θέση του πρωταθλήματος και αποκλείστηκε στον δεύτερο γύρο του κυπέλλου από τον Λεβαδειακό.
Μετά το τέλος της περιόδου 1972-73, την τεχνική ηγεσία των "κίτρινων" ανέλαβε ο Μπράνκο Στάνκοβιτς και η ομάδα ενισχύθηκε με τον Γιάννη Βένο και τον Νίκο Κασάπη. Ο Άρης μπήκε στην πρώτη τριάδα του πρωταθλήματος για πρώτη φορά μετά από πέντε χρόνια. Η διοίκηση του συλλόγου αποφάσισε τη διαγραφή του τερματοφύλακα Νίκου Χρηστίδη, θεωρώντας τον υπεύθυνο για την εντός έδρας ήττα από τον Ολυμπιακό με 2-4. Στις 23 Μαρτίου 1975, ο Χρηστίδης αποκαταστάθηκε, αντικαθιστώντας τον Παπαφλωράτο στον αγώνα με τον ΠΑΣ Γιάννινα.
Το επόμενο καλοκαίρι, αποκτήθηκε από τον Αγροτικό Αστέρα ο Ντίνος Κούης, μετέπειτα αρχισκόρερ της ομάδας του Άρη, όπως και ο ομογενής Γιώργος Ανανιάδης. Παράλληλα, αποσύρθηκαν από την ενεργό δράση οι Σοφοκλής Σεμερτζής, Βαγγέλης Συρόπουλος και Ιωσήφ Μιχαηλίδης. Ο Άρης κατέλαβε την έκτη θέση του πρωταθλήματος, με τον Στάνκοβιτς να δίνει τη θέση του στον Αλκέτα Παναγούλια. Οι "κίτρινοι" αντιμετώπισαν τη Ραπίντ Βιέννης για το κύπελλο ΟΥΕΦΑ, χάνοντας με 3-1 στην Αυστρία και νικώντας με 1-0 στην κατάμεστη Τούμπα.
Μετά το τέλος της χρονιάς, αποχώρησε από την ομάδα ένας από τους σπουδαιότερους σέντερ-φορ της ιστορίας του Άρη, ο Αλέκος Αλεξιάδης, με τον Άγγελο Σπυρίδωνα να ακολουθεί τον Φεβρουάριο του 1976. Νέος προπονητής του Άρη ανέλαβε ο Ντόμπριμιρ Ζέτσεφ και η ομάδα βρέθηκε και πάλι στην έκτη θέση του πρωταθλήματος με 13 νίκες, 9 ισοπαλίες και 8 ήττες. Για τη διοργάνωση του κυπέλλου, ο Άρης αποκλείστηκε στη φάση των προημιτελικών από τον Παναθηναϊκό, χάνοντας στην Αθήνα με 3-1.
Το καλοκαίρι του 1976, αποχώρησαν από την ομάδα οι Χρηστίδης, Ναλμπάντης και Παπαϊωάννου, ενώ ο Παναγούλιας ανέλαβε και πάλι την τεχνική ηγεσία. Η ομάδα ενισχύθηκε με μελλοντικά αστέρια όπως ο Γιώργος Ζήνδρος, ο Κώστας Μόκαλης και ο Χρήστος Παπέτας. Παρά το μουδιασμένο ξεκίνημα με ήττες από τον Ολυμπιακό, την ΑΕΚ και τον ΠΑΟΚ, ο Άρης διατήρησε ένα αήττητο σερί οκτώ αγώνων από την 7η μέχρι τη 14η αγωνιστική και έκλεισε τη χρονιά στην πέμπτη θέση με τέσσερις συνεχόμενες νίκες. Ο σύλλογος θρήνησε τον χαμό ενός από τους σπουδαιότερους παράγοντες του, του Νίκου Καμπάνη τον Φεβρουάριο του 1977, ηγετικής μορφής του Άρη για τρεις δεκαετίες και εκδότη της εφημερίδας "Αθλητικά Νέα".
Την επόμενη χρονιά, αποκτήθηκε ο Δανός Όλε Σκόμποε και ο Γερμανός Βάλτερ Βάγκνερ, ενώ προπονητής της ομάδας ανέλαβε ο Καρλ Χάιντς Ρουλ. Μετά τις τέσσερις ήττες στις οκτώ πρώτες αγωνιστικές, ο Ρουλ αντικαταστάθηκε από τον Μίλοβαν Τσίριτς, ο οποίος επέστρεψε στον Άρη μετά από επτά χρόνια. Σταθερή βελτίωση παρουσιάστηκε με τις ισοπαλίες εναντίον του ΠΑΟΚ, του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, ενώ στον δεύτερο γύρο πέτυχε δύο σπουδαίες νίκες, κατά του Ολυμπιακού με 1-2 στο στάδιο Καραϊσκάκη και της ΑΕΚ με 2-0 στο Χαριλάου. Ο Άρης κατετάγη έκτος με δώδεκα νίκες, δέκα ισοπαλίες και δέκα ήττες, ενώ στη διοργάνωση του κυπέλλου απέκλεισε τον Εθνικό Αστέρα, την Αναγέννηση Επανωμής, τον Εθνικό και την Καβάλα εκτός έδρας, για να αποκλειστεί στην ημιτελική φάση με 0-1 από τον ΠΑΟΚ στην παράταση.
Νέος προπονητής του Άρη ήταν ο Βούλγαρος Αποστόλ Τσατσέφσκυ και την περίοδο 1978-79 οι "κίτρινοι" πέτυχαν ένα μεγάλο ρεκόρ, νικώντας και τους 17 αγώνες που έδωσαν στην έδρα τους. Παρ' όλα αυτά, ο Άρης περιορίστηκε στην τρίτη θέση, λόγω της μέτριας εκτός έδρας πορείας του. Στο κύπελλο, η ομάδα απέκλεισε τον Ηρακλή και τον Παναθηναϊκό στη διαδικασία των πέναλτι, για να αποκλειστεί από τον μετέπειτα κυπελλούχο Πανιώνιο, όταν ηττήθηκε στο γήπεδο της Νέας Σμύρνης με 5-1, ενώ είχε νικήσει στην έδρα του με 5-2.

Δεκαετία του '80
Το καλοκαίρι του 1979, ο Άρης μετατράπηκε σε ΠΑΕ με μετοχικό κεφάλαιο 29.400.000 δραχμών, λαμβάνοντας μέρος στο πρώτο επαγγελματικό πρωτάθλημα της Α' Εθνικής. Προπονητής του Άρη ανέλαβε ο Ουρουγουανός Πέπε Σασία και στην πρεμιέρα απέσπασε ισοπαλία 3-3 από τον Παναθηναϊκό. Ακολούθησε το 2-0 εναντίον του ΠΑΟΚ και παρά την ήττα από τον ΟΦΗ στην Κρήτη, ο Άρης οδηγούσε την κούρσα του πρωταθλήματος μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου του 1979, όταν ηττήθηκε στον Πειραιά από τον Ολυμπιακό. Οι "κίτρινοι" συνέχισαν την επιτυχημένη πορεία τους, νικώντας με 2-1 στον αντίστοιχο αγώνα του δεύτερου γύρου τον Ολυμπιακό, με τον οποίο ισοβάθμησαν στην πρώτη θέση της διοργάνωσης.
Ο τίτλος κρίθηκε σε αγώνα μπαράζ, ο οποίος διοργανώθηκε στις 24 Μαΐου 1980 στο εθνικό στάδιο Βόλου. Ο Άρης είχε προπονητή τον Άγγλο Φρανκ Μπλάνστοουν, ο οποίος αντικατέστησε τον Σασία μετά το εντός έδρας 1-1 με τον Ηρακλή. Ο Ολυμπιακός νίκησε τον Άρη με 2-0, παρά την σαφή ανωτερότητα των "κίτρινων" στο πρώτο ημίχρονο, όπου είχαν δύο δοκάρια με τον Πάλλα και τον Κούη. Στο δεύτερο λεπτό του δευτέρου ημιχρόνου, η ομάδα του Πειραιά άνοιξε το σκορ και μέσα σε διάστημα δέκα λεπτών διπλασίασε τα τέρματα της, εξανεμίζοντας τις ελπίδες του Άρη για κατάκτηση του τίτλου.
Για τη διοργάνωση του κυπέλλου, ο Άρης έφθασε μέχρι την προημιτελική φάση, όπου και νίκησε τον ΠΑΟΚ με 1-0 στον πρώτο αγώνα, αλλά ηττήθηκε με 2-0 στην παράταση στον επαναληπτικό της Τούμπας.
Η τρίτη θέση της περιόδου 1978-79, έδωσε τη δυνατότητα στους "κίτρινους" να αγωνιστούν στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ, όπου κληρώθηκαν με την πορτογαλική Μπενφίκα, την οποία νίκησαν με 3-1 στο κατάμεστο γήπεδο Χαριλάου. Στον επαναληπτικό της Λισαβώνας, ο Άρης έμεινε πίσω στο σκορ με 2-0, αλλά ένα σουτ του Σεμερτζίδη στο 81ο λεπτό έδωσε την πρόκριση στην ελληνική ομάδα. Ακολούθησαν οι αναμετρήσεις με τη δευτεραθλήτρια Ιταλίας Περούτζια του Πάολο Ρόσι στον δεύτερο γύρο, ο οποίος άνοιξε το σκορ στον πρώτο αγώνα της Θεσσαλονίκης, με τον Σεμερτζίδη να ισοφαρίζει σε 1-1 στο 61ο λεπτό. Με μειωμένες τς ελπίδες, η ομάδα της Θεσσαλονίκης πήγε στην Ιταλία στις 7 Νοεμβρίου 1979, όπου πραγματοποιώντας μία από τις σπουδαιότερες εμφανίσεις της ιστορίας της, νίκησε με 0-3, με γκολ των Κούη, Σεμερτζίδη και Ζήνδρου. Η ευρωπαϊκή πορεία της ομάδας ολοκληρώθηκε στον τρίτο γύρο της διοργάνωσης, όπου αντιμετώπισαν τη Σαιντ Ετιέν του Μισέλ Πλατινί, από την οποία ηττήθηκαν με 4-1 στη Γαλλία, για να αποσπάσουν τιμητικό 3-3 στη Θεσσαλονίκη.
Το καλοκαίρι του 1980, αποχώρησαν από την ομάδα ο Σκόμποε και ο Ανανιάδης, ενώ αποκτήθηκε ο ομογενής Θαλής Τσιριμώκος. Οι "κίτρινοι", με προπονητή τον Τσέχο Μίχαλ Βίτσαν, κατέλαβαν την τρίτη θέση στο πρωτάθλημα, με τον Κούη να αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ με 21 γκολ. Ένας από τους πιο συναρπαστικούς αγώνες της χρονιάς πραγματοποιήθηκε στο γήπεδο Νέας Φιλαδέλφειας, όπου ΑΕΚ και Άρης αναδείχθηκαν ισόπαλοι με 4-4. Ο Άρης έχασε τον βετεράνο αμυντικό του, Θόδωρο Πάλλα, ο οποίος μεταγράφηκε στα μέσα της περιόδου στον Ολυμπιακό, αφήνοντας τους "κίτρινους" μετά από 13 χρόνια.
Στην Ευρώπη, ο Άρης κληρώθηκε με τη μετέπειτα κυπελλούχο ΟΥΕΦΑ Ίπσουιτς, από την οποία ηττήθηκε στην Αγγλία με 5-1 με τρία πέναλτι του Γουόρκ, με τον επαναληπτικό να διεξάγεται στο Καυταντζόγλειο. Ο Άρης προηγήθηκε στο 66ο λεπτό με 3-0 και πίεσε για την επική ανατροπή, αφήνοντας χώρους στην αγγλική ομάδα με αποτέλεσμα να δεχθεί το 3-1 στο 75'. Αυτή ήταν η πρώτη ήττα των Βρετανών μετά από 27 αγώνες.
Το καλοκαίρι του 1981, αποχώρησαν οι Ντίνος Μπαλλής και Κώστας Δράμπης, με νέες προσθήκες να είναι οι Λεωνίδας Βόσδου, Κώστας Χαραλαμπίδης, Μπάμπης Δουλγεράκης, Φουάτ Μουλαχασάνοβιτς και Πάβελ Πανώφ. Ο Άρης παρέμεινε αήττητος στην έδρα του και κατέλαβε την πέμπτη θέση, λόγω των μόλις δύο εκτός έδρας νικών που πέτυχε. Ο Βίτσαν απολύθηκε λόγω κακής επικοινωνίας με τους παίκτες, με τον Ντίτμαρ Κράμερ να παίρνει τη θέση του. Στον πρώτο αγώνα του Γερμανού, ο Άρης νίκησε την ΑΕΚ με 3-0 στην Κατερίνη, όπου αγωνιζόταν λόγω τιμωρίας. Δύο εβδομάδες αργότερα, κέρδισε και τον δικέφαλο του Βορρά με 2-1. Στο κυπελλο, ο Άρης αποκλείστηκε νωρίς από τον Διαγόρα Ρόδου.
Για το κύπελλο ΟΥΕΦΑ, οι "κίτρινοι" απέκλεισαν τη Σλιέμα Μάλτας με δύο νίκες, πριν γνωρίσουν τον αποκλεισμό από τη Βελγική Λόκερεν.
Την επόμενη χρονιά, οι "κίτρινοι" κατέλαβαν και πάλι την πέμπτη θέση, με προπονητή τον Αντώνη Γεωργιάδη. Η ομάδα πραγματοποίησε μία μεγάλη μεταγραφή, φέρνοντας στη Θεσσαλονίκη τον διεθνή Ούγγρο τερματοφύλακα Σάντορ Γκουιντάρ και έφερε σπουδαία αποτελέσματα στα ντέρμπι της χρονιάς, χάνοντας μόνο από την ΑΕΚ στην Αθήνα, αλλά χάνοντας σημαντικούς βαθμούς σε αγώνες με υποδεέστερες ομάδες. Χαρακτηριστική ήταν η εκτός έδρας νίκη επί του Παναθηναϊκού, η πρώτη του Άρη στην Αθήνα μετά από 21 χρόνια.
Την περίοδο 1983-84, η ομάδα του Γεωργιάδη ξεκίνησε με συντριβή στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας από τους "πράσινους" συνεχίζοντας με ένα αήττητο σερί έξι αγώνων. Ό Άρης βελτίωσε τις εκτός έδρας επιδόσεις του με επτά νίκες σε δεκαπέντε αγώνες, αλλά ηττήθηκε από τους τρεις μεγάλους του Νότου στο γήπεδο Χαριλάου. Στα μέσα της χρονιάς, επέστρεψε ο Σκόμποε και ο Άρης αποκλείστηκε στο κύπελλο από τον Ηρακλή, νικώντας τον με 4-1 στο Χαριλάου αλλά χάνοντας με 3-0 στο Καυταντζόγλειο.
Το 1984-85, ο Άρης ξεκίνησε την ανανέωση του ρόστερ του, προωθώντας νεαρούς αθλητές όπως, μεταξύ άλλων, ο τερματοφύλακας Αλέκος Κατσιαούνης, ο Κυριάκος Μπιμπισίδης και ο Κώστας Οικονομίδης. Με μέτρια πορεία, η ομάδα κατέλαβε την έβδομη θέση, με τον Γεωργιάδη να χάνει τη θέση του μετά την εντός έδρας ήττα από τον ΟΦΗ την τρίτη αγωνιστική. Μετά από έναν αγώνα με τον Κώστα Χατζηκώστα στο τιμόνι της ομάδας, την τεχνική ηγεσία ανέλαβε ο Τάις Λίμπρεχτς. Για τη διοργάνωση του κυπέλλου, ο Άρης αποκλείστηκε από τον ΠΑΟΚ, από τον οποίο ηττήθηκε με 2-0 στην Τούμπα και νίκησε με 3-1 στο Χαριλάου.
Την επόμενη χρονιά, ο Άρης κατέλαβε την έβδομη θέση, αν και στο τέλος του πρώτου γύρου βρισκόταν στη δεύτερη θέση της κατάταξης, έχοντας κερδίσει τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ και τους ΠΑΟΚ και Ολυμπιακό στην Θεσσαλονίκη. Οι μόλις δύο νίκες του δευτέρου γύρου απογοήτευσαν τους οπαδούς του συλλόγου. Αναλαμπή υπήρξε η πορεία της ομάδας στο κύπελλο όπου απέκλεισε την ΑΠΕ Λαγκαδά, την Καστοριά, τον Εορδαϊκό και τον ΟΦΗ, φθάνοντας στην ημιτελική φάση με αντίπαλο τον Ολυμπιακό. Με τους "κόκκινους" έφερε 1-1 στην Θεσσαλονίκη και ηττήθηκε με 2-1 στην Αθήνα, παρά το γεγονός ότι προηγήθηκε.
Μία από τις χειρότερες χρονιές ήταν αυτή του 1987, με τον Άρη να καταλαμβάνει την ενδέκατη θέση, παρά την επιστροφή του Μπαλλή και την ανάδειξη του επιθετικού Βασίλη Δημητριάδη. Την τεχνική ηγεσία της ομάδας ανέλαβαν κατά σειρά οι Γκόικο Ζετς και Κλήμης Γούναρης.
Το 1988, ο Άρης του Γκερντ Πρόκοπ τερμάτισε στην ένατη θέση, με σημαντική προσθήκη τον Αντώνη Γιουκούδη. Η μόλις μία εκτός έδρας νίκη της ομάδας και οι συνεχείς διαφωνίες των Κούη και Τζίφόπουλου με τον Πρόκοπ, περιόρισαν τις δυνατότητες της ομάδας.
Στην τελευταία χρονιά της δεκαετίας, αποτέλεσαν παρελθόν βετεράνοι παίκτες όπως οι Τζιφόπουλος και Μπαλλής, ενώ αποκτήθηκε ο Αυστριακός Χανς Πέτερ Λίπκα, ο οποίος στα μέσα της χρονιάς αντικαταστάθηκε από τον Άρνε Μέλλερ. Ο Άρης έμεινε μόλις τρεις βαθμούς πίσω από την ευρωπαϊκή έξοδο, αλλά έσπασε μία αρνητική παράδοση που τον ήθελε να μην νικάει στην έδρα της ΑΕΚ, αφού υπέταξε τον δικέφαλο της Αθήνας με 0-1, με γκολ-φάουλ του Οικονομίδη.

Δεκαετία του '90
Η μέτρια πορεία της ποδοσφαιρικής ομάδας το 1990, σε αντίθεση με την "αυτοκρατορία" των Γκάλη, Γιαννάκη και Ιωαννίδη στο τμήμα μπάσκετ του συλλόγου, είχε ως συνέπεια έντονες αντιδράσεις από τους φιλάθλους της ομάδας. Παρά το γεγονός ότι ο Παναγούλιας κατάφερε να βάλει τις βάσεις για μια δυνατή ομάδα, ο Άρης πραγματοποίησε μέτρια πορεία και την τεχνική ηγεσία ανέλαβε ο Γιάτσεκ Γκμοχ, με την ομάδα να κατακτά την έβδομη θέση.
Την επόμενη χρονιά, στη σύνθεση του Άρη προστέθηκαν οι Μιχάλης Ζιώγας και Κώστας Κολομητρούσης από την Λάρισα και τον Λεβαδειακό αντίστοιχα. Ο Κούης αποσύρθηκε από τους αγωνιστικούς χώρους μετά από 17 χρόνια καριέρας και ο σύλλογος παραχώρησε με μεταγραφή τον Δημητριάδη στην ΑΕΚ, ενώ ο Κώστας Οικονομίδης αποκτήθηκε ως ελεύθερος από τον ΠΑΟΚ. Η ομάδα κατέλαβε την ένατη θέση και αποκλείστηκε στον δεύτερο γύρο από τον Αθηναϊκό για τον θεσμό του κυπέλλου.
Το 1991-92, ο Άρης πραγματοποίησε κάκιστη πορεία στον δεύτερο γύρο, παρά τις θετικές εμφανίσεις του στον πρώτο γύρο του πρωταθλήματος. Στον πάγκο του Άρη, τον Ιβάν Βουτσόφ διαδέχθηκε ο Γιώργος Φοιρός με συνεργάτη τον Ντίνο Κούη. Ο Φοιρός παρέμεινε στην τεχνική ηγεσία της ομάδας μέχρι τα τέλη του 1995.
Το καλοκαίρι του 1992, προστέθηκαν στην σύνθεση της ομάδας οι Γιώργος Στρατηλάτης, Αντώνης Σαπουντζής, Ζόραν Λόντσαρ, Γιώργος Κολτσίδας και Λιούμπισα Μιλόγεβιτς. Την πρώτη χρονιά, η ομάδα έδειξε θετικά δείγματα αλλά κατέκτησε την ένατη θέση, παρουσιάζοντας ένα σπουδαίο σύνολο το 1993-94, διεκδικώντας το πρωτάθλημα μέχρι την 27η αγωνιστική. Οι ήττες της ομάδας από τη Λάρισα, τον Παναθηναϊκό και τη Δόξα Δράμας, περιόρισαν τον Άρη στην έξοδο στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Παράλληλα, για το κύπελλο Ελλάδας, ο Άρης απέκλεισε τον Εδεσσαϊκό, τον Παναργειακό και τον ΠΑΣ Γιάννινα, πριν αποκλειστεί στα ημιτελικά από την ΑΕΚ.
Ο Άρης επέστρεψε στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις μετά από δεκατρία χρόνια, αντιμετωπίζοντας την Ισραηλινή Χάποελ Μπερ Σεβά, την οποία απέκλεισε με δύο νίκες. Ακολούθησαν οι συγκλονιστικές αναμετρήσεις με την πολωνική Κατοβίτσε, από την οποία ηττήθηκε με 1-0 εκτός έδρας και νίκησε με το ίδιο σκορ στην Θεσσαλονίκη, παρά τις πολλές ευκαιρίες που απώλεσε. Τελικά, ο Άρης αποκλείστηκε στη διαδικασία των πέναλτι, με τους Σάββα Κωφίδη και Ιβάν Σίλβα Σάντος να αστοχούν.
Εσωτερικά προβλήματα έκαναν την εμφάνιση τους από την αμέσως επόμενη χρονιά, με τον πρόεδρο Λάμπρο Γράντα να έχει συνεχείς διαφωνίες με τον Φοιρό. Ο προπονητής, υπέβαλλε την παραίτηση του μετά την εντός έδρας ήττα με 0-4 από τον ΠΑΟΚ, η οποία δεν έγινε δεκτή. Ο Άρης δεν κατάφερε να βγει στην Ευρώπη, ενώ ισοβάθμησε με την ΑΕΚ και τον Ηρακλή, παρά την πολύ καλή πορεία του στον δεύτερο γύρο με δώδεκα νίκες, τρεις ισοπαλίες και δύο ήττες.
Την περίοδο 1995-96, ο Άρης κατέλαβε την έβδομη θέση, με τον Φοιρό να φεύγει το Νοέμβριο του 1995 μετά την εντός έδρας ισοπαλία με την Ξάνθη. Τη θέση του πήρε ο Γιόζεφ Γιαραμπίνσκι, οδηγώντας την ομάδα στα προημιτελικά του κυπέλλου, όπου αποκλείστηκε από τον Αθηναϊκό.
Την επόμενη χρονιά, την τεχνική ηγεσία της ομάδας ανέλαβε ο Σταύρος Διαμαντόπουλος, ενώ στη σύνθεση του Άρη προστέθηκαν οι Ριμπέιρο Νεϊζίνιο και Φαμπρίτσιο Σιλβάνι. Την τέταρτη αγωνιστική, ο Άρης ηττήθηκε εντός έδρας από τον Πανηλειακό με έντονες αντιδράσεις του κόσμου προς τη διοίκηση και τους παίκτες. Ο Γράντας αποχώρησε από τη διοίκηση του Άρη τον Ιανουάριο του 1997, δίνοντας τη θέση του στον καρδιοχειρούργο Παναγιώτη Σπύρου. Μετά την ταπεινωτική ήττα στην Καλαμάτα με 5-0, ο Διαμαντόπουλος απολύθηκε, με τον Χουάν Ραμόν Ρότσα να παίρνει τη θέση του. Στις 26 Ιανουαρίου 1997, οι υπεύθυνοι της ομάδας δεν προσκόμισαν τα δελτία των παικτών στον εκτός έδρας αγώνα με τον Αθηναϊκό και η ομάδα ηττήθηκε άνευ αγώνα, ενώ παράλληλα της αφαιρέθηκαν τρεις βαθμοί. Ο Ρότσα αποχώρησε μετά την εντός έδρας ήττα από την Καβάλα, με τον Φοιρό να επιστρέφει αλλά να μην καταφέρνει να σώσει την κατάσταση. Ο Άρης υποβιβάστηκε για πρώτη φορά στην ιστορία του στη Β΄ Εθνική.
Οι "κίτρινοι" υποχρεώθηκαν να αγωνιστούν στη δεύτερη εθνική κατηγορία την περίοδο 1997-98, κατά την οποία η ομάδα φορούσε μαύρες φανέλες. Αν και ηττήθηκε δύο φορές μέχρι την πέμπτη αγωνιστική, ο Άρης ολοκλήρωσε τη χρονιά χωρίς άλλη ήττα, καταλαμβάνοντας εύκολα την πρώτη θέση. Για τη διοργάνωση του κυπέλλου, έφερε θετικά αποτελέσματα, αποκλείοντας την Αναγέννηση Άρτας, τον Αετό Σκύδρας, τον Ιάλυσο Ρόδου και τον ΟΦΗ, πριν αποκλειστεί στον προημιτελικό από τον Παναθηναϊκό.
Παράλληλα, υποψήφιοι πρόεδροι για την ανάληψη της ηγεσίας της ΠΑΕ έκαναν την εμφάνιση τους ανά τακτά διαστήματα. Ο Άγγλος Μακ Ντόναλντ έδειξε σοβαρό επενδυτικό ενδιαφέρον, αλλά το καλοκαίρι του 1998, ο ιδιοκτήτης της ασφαλιστικής εταιρείας "Interamerican", Δημήτρης Κοντομηνάς, αγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της ομάδας. Σημαντικές προσθήκες παικτών πραγματοποιήθηκαν, με τον Απόστολο Μάντζιο, τον Πρέντρακ Έρακ, τον Νταβίντ Τσέβες και τον Κάρλος Φλόρες να πλαισιώνουν ονόματα που αναδείχθηκαν την προηγούμενη χρονιά όπως ο τερματοφύλακας Φάνης Κατεργιαννάκης, ο Απόστολος Λιολίδης, ο Ναγκόλι Κένεντι και ο Άγγελος Χαριστέας.
Το πρωτάθλημα ξεκίνησε με αντίπαλο την τελευταία ομάδα που αντιμετώπισε ο Άρης την προηγούμενη χρονιά, τον Εθνικό Αστέρα, του οποίου την αντίσταση κατέβαλλε με 2-0. Ακολούθησε η συντριβή του ΠΑΟΚ με 1-4 στην Τούμπα, αλλά η συνέχεια παρουσίασε αρκετά σκαμπανεβάσματα, με τον Φοιρό να απολύεται στα τέλη του 1998, δίνοντας τη θέση του στον Γιώργο Παράσχο. Στον πρώτο αγώνα του νέου προπονητή, σοβαρά επεισόδια μεταξύ οπαδών του Άρη και της αστυνομίας διέκοψαν προσωρινά τον αγώνα κυπέλλου με τον Ολυμπιακό. Στη μεταγραφική περίοδο των Χριστουγέννων, ο Άρης ενισχύθηκε με παίκτες όπως ο Αλέκος Δέλλιος, ο Νίκος Κυζερίδης, ο Μάριος Αγαθοκλέους και ο Πάολο Αντριόλι. Ο Παράσχος αντικαταστάθηκε από τον Αλκέτα Παναγούλια, με τον οποίο ο Άρης έχασε τον πρώτο αγώνα στην Αθήνα από τον Ολυμπιακό, αλλά νίκησε κατά σειρά την ΑΕΚ, τον Απόλλων Αθηνών, τον Πανελευσινιακό, τη Βέροια, τον ΟΦΗ και τον Πανηλειακό, κατακτώντας μία από τις θέσεις που οδηγούν στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ.

Δεκαετία του 2000
Το καλοκαίρι του 1999, την τεχνική ηγεσία των "κίτρινων" ανέλαβε ο Ίλια Πέτκοβιτς και η ομάδα κληρώθηκε να αντιμετωπίσει την ελβετική Σερβέτ κατά την επιστροφή της στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Μετά το 1-1 της Θεσσαλονίκης, ο Άρης κέρδισε στη Γενεύη με 1-2 στην παράταση χάρη σε γκολ των Αντριόλι και Κυζερίδη, παρά το γεγονός ότι αγωνιζόταν με δέκα παίκτες από τα μέσα του δευτέρου ημιχρόνου λόγω αποβολής του Κολτσίδα. Στον δεύτερο γύρο, ο Άρης αντιμετώπισε τη Θέλτα Βίγο, από την οποία απέσπασε ισοπαλία με 2-2 στο Χαριλάου, πριν ηττηθεί στην Ισπανία με 2-0.
Για το πρωτάθλημα, ο Άρης κατέλαβε την έβδομη θέση ισοβαθμώντας με τον Ηρακλή και μαζί με τον όγδοο Πανιώνιο διεκδίκησε την έξοδο στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ σε αγώνες πλέι-οφ, ευκαιρία την οποία απώλεσε χάνοντας με 2-0 στο Καυταντζόγλειο αλλά νικώντας με 3-2 τους "κυανέρυθρους" στη Θεσσαλονίκη. Στο κύπελλο, ο Άρης απέκλεισε τον Παναθηναϊκό στα πέναλτι, αποκλειόμενος στα προημιτελικά από τον Πανιώνιο.
Την επόμενη χρονιά, προπονητής της ομάδας ανέλαβε ο Μπαμπης Τεννές και νέες προσθήκες ήταν ο Θωμάς Κυπαρίσσης και ο Ισμαήλ Μπα από την Ξάνθη. Η χρονιά ξεκίνησε με την ισοπαλία με 2-2 στην έδρα του Παναθηναϊκού και τη συντριβή του ΠΑΟΚ με 4-0 στο Χαριλάου, αλλά με 13 νίκες 5 ισοπαλίες και 12 ήττες, η ομάδα περιορίστηκε στην έβδομη θέση.
Το καλοκαίρι του 2001, ο Κοντομηνάς προσέλαβε τον φημισμένο Γάλλο προπονητή Ανρί Μισέλ, αλλά στις 12 Ιουλίου 2001 ανακοινώθηκε η πώληση του πακέτου των μετοχών στον Γιάννη Ζαχουδάνη. Νέες προσθήκες παικτών πραγματοποιήθηκαν, με τον Νασίφ Μόρις, τον Πέτρο Πασσαλή, τον Γκίλμπερτ Πρίλασνιγκ, κ.α. να μεταγράφονται στον Άρη. Ο Μισέλ αποχώρησε τον Οκτώβριο του 2001, καταγγέλοντας τον διευθύνοντα σύμβουλο Τάκη Ανδριά, ενώ λίγους μήνες αργότερα λύθηκε η συνεργασία της ΠΑΕ με τον ποδοσφαιριστή Ίλια Ίβιτς, λόγω του υψηλού του συμβολαίου. Ο Ρισάρ Ταρντί κάθισε στον πάγκο της ομάδας, αλλά παρά τη νίκη της ομάδας στο ΟΑΚΑ κατά του Ολυμπιακού, δεν κατάφερε να ελέγξει την κατάσταση. Η διοίκηση παραχώρησε με μεταγραφή τον Χαριστέα στη Βέρντερ Βρέμης, έναντι τριών εκατομμυρίων ευρώ. Όταν αποκαλύφθηκε ότι η ομάδα εισέπραξε τα μισά από αυτά τα χρήματα ασκήθηκαν ποινικές διώξεις προς τον Ζαχουδάνη, ενώ στο αγωνιστικό κομμάτι ο Άρης ηττήθηκε με 0-3 από την ΑΕΚ, με τους οπαδούς των "κίτρινων" να καταστρέφουν εκατοντάδες καθίσματα του γηπέδου και να καταλαμβάνουν τα γραφεία της ΠΑΕ. Τον Φεβρουάριο του 2002, την τεχνική ηγεσία της ομάδας ανέλαβε ο Μπερντ Κράους, χωρίς να καταφέρει να αλλάξει κάτι, με την ομάδα να κατακτά την ένατη θέση και να αποκλείεται στο κύπελλο από την Ξάνθη.
Η ΠΑΕ Άρης δέχθηκε 18 προσφυγές το καλοκαίρι του 2002 και βρέθηκε ένα βήμα πριν τη διάλυση. Ο Κοντομηνάς κατήγγειλε τη συμφωνία με τον Ζαχουδάνη, ο οποίος δεν πλήρωνε τις δόσεις για την αγορά των μετοχών και τις παραχώρησε σε διοίκηση Πρωτοδικείου. Τη διοίκηση του ποδοσφαιρικού τμήματος ανέλαβε ο Αλκέτας Παναγούλιας με διευθύνοντα σύμβουλο τον Λάμπρο Σκόρδα, ενώ ο Κοντομηνάς ενίσχυσε την ομάδα με δωρεά δύο εκατομμυρίων ευρώ. Προπονητής του Άρη ανέλαβε ο Γιώργος Φοιρός και νέες μεταγραφές αποτέλεσαν ο Νιρέν Ντεμπά, ο Ζοέλ Επαλέ, ο Σαλαντίν Μπασίρ, ο Μάγκνους Σελάντερ και ο Αγκινάλντο Μπράγκα.
Την περίοδο 2002-03 ο Άρης κατάφερε να εξασφαλίσει την τελευταία αγωνιστική την έξοδο στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ της επόμενης χρονιάς, μετά τη νίκη με 2-1 επί του Ηρακλή έπειτα από γκολ που σημείωσε ο Μαλλούς στις καθυστερήσεις της αναμέτρησης. Οι "κίτρινοι" έφθασαν μετά από 33 χρόνια στον τελικό του κυπέλλου, αποκλείοντας το Αιγάλεω στον ημιτελικό. Ο τελικός εναντίον του ΠΑΟΚ διοργανώθηκε στο γήπεδο της Τούμπας και στις 17 Μαΐου 2003, ο Άρης ηττήθηκε με 1-0, ενώ είχε δοκάρι με τον Μόρις στο 89ο λεπτό.
Το μετοχικό πακέτο της ΠΑΕ πέρασε στα χέρια του σεΐχη Καλίντ Αλ Κασίμι, ο οποίος δεν χρηματοδότησε την ομάδα. Ο Άρης αναγκάστηκε να επιστρέψει από την Αυστρία, όπου είχε πάει για προετοιμασία, με τον Φοιρό να παραιτείται και την τεχνική ηγεσία να αναλαμβάνει ο Γιάννης Μιχαλίτσος. Η ομάδα αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει ως έδρα το γήπεδο της Ευκαρπίας, λόγω έργων στο γήπεδο Χαριλάου για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Για τον πρώτο γύρο του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, οι "κίτρινοι" απέκλεισαν τη μολδαβική Ζίμπρου Κισινάου, την οποία νίκησαν με 2-1 στον επαναληπτικό του 1-1 στο Κισινάου. Στον επόμενο γύρο, ο Άρης κληρώθηκε με την Περούτζια, από την οποία ηττήθηκε στο πρώτο ματς με 2-0, πριν αποσπάσει ισοπαλία στο γήπεδο της Τούμπας με 1-1.
Η πορεία της ομάδας στο πρωτάθλημα ήταν κακή και μετά την ήττα από την Καλλιθέα, ο Όλε Σκόμποε ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Άρη, ενώ τον Ιανουάριο του 2004 διορίστηκε διοίκηση Πρωτοδικείου με πρόεδρο τον Νικήτα Ματθαίου. Ο Μιχαλίτσος επέστρεψε στον πάγκο του Άρη και τρεις αγωνιστικές πριν το τέλος της περιόδου αντικαταστάθηκε από τον Μάκη Κατσαβάκη. Η ομάδα εξασφάλισε την παραμονή της μετά τη νίκη με 1-0 επί του Αιγάλεω.
Στις 11 Νοεμβρίου 2004, ο Άρης υπάχθηκε στο άρθρο 44, σύμφωνα με το οποίο εξαλείφονταν τα χρέη της ΠΑΕ. Παρ' όλα αυτά, η πορεία της ομάδας στο πρωτάθλημα ήταν κάκιστη και η ομάδα με προπονητή τον πρώην ποδοσφαιριστή του Άρη, Γιώργο Χατζάρα μηδενίστηκε μετά το ντέρμπι με τον Ηρακλή, το οποίο δεν ολοκληρώθηκε ποτέ λόγω εισβολής των οπαδών του Άρη στο γήπεδο. Ως αποτέλεσμα, ο Άρης υποβιβάστηκε στη δεύτερη κατηγορία για δεύτερη φορά. Στον αντίποδα, έφθασε μέχρι τον τελικό του κυπέλλου Ελλάδος, αφού απέκλεισε την Καβάλα, τον Ατρόμητο, τον Εθνικό, τον Απόλλωνα Καλαμαριάς και την Ξάνθη. Μόλις μία εβδομάδα μετά τον υποβιβασμό του στο πρωτάθλημα, ο Άρης αντιμετώπισε στην Πάτρα τον Ολυμπιακό, λυγίζοντας στο τελευταίο ημίωρο και χάνοντας με 3-0.
Την περίοδο 2005-06, ο Άρης αναγκάστηκε να δώσει τους εννέα από τους δεκαπέντε εντός έδρας αγώνες του χωρίς θεατές. Ο Φινλανδός Μάρτι Κουούζελα, κάθισε στον πάγκο της ομάδας, δίνοντας τη θέση του στον Νίκο Αναστόπουλο μετά το κακό ξεκίνημα. Ο Άρης αγωνίστηκε στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ, αντιμετωπίζοντας τη Ρόμα μετά από 41 χρόνια. Μετά τη συντριβή με 5-1 στο Ολυμπιακό Στάδιο της Ρώμης, ο Άρης απέσπασε λευκή ισοπαλία στο γήπεδο Χαριλάου, το οποίο πλέον είχε μετονομαστεί σε γήπεδο Κλεάνθης Βικελίδης. Ο Άρης κέρδισε την άνοδο και την επιστροφή του στην πρώτη κατηγορία μετά τη νίκη επί του Χαϊδαρίου στην προτελευταία αγωνιστική, με γκολ του Χρήστου Βελώνη
Το καλοκαίρι του 2006, στον πάγκο του Άρη κάθισε ο Γκιγιέρμο Όγιος και στην ομάδα μεταγράφηκε μεγάλος αριθμός Ισπανών και Βραζιλιάνων παικτών, όπως οι Σέρχιο Κόκε, Νασιμέντο Μπελέμ, Χαβίτο και Ρούμπεν Παλαθουέλος, οι οποίοι πλαισίωσαν τους Αβραάμ Παπαδόπουλο, Κώστα Νεμπεγλέρα, Ρόναλντ Γκαρσία και Πάολο Κόστα που προϋπήρχαν στο ρόστερ της ομάδας. Ο Άρης απέδωσε εξαιρετικής ποιότητας ποδόσφαιρο, καταλαμβάνοντας την τέταρτη θέση του πρωταθλήματος, με τον Κίκε Ερνάντες ως προπονητή του στον δεύτερο γύρο.
Την ομάδα ανέλαβε ο Χουάν Κάρλος Ολίβα, ο οποίος σχεδόν αμέσως αντικαταστάθηκε από τον Ντούσαν Μπάγεβιτς. Πρώτος αγώνας του νέου προπονητή ήταν με αντίπαλο τη Ρεάλ Σαραγόσα, με τον Άρη να νικάει με γκολ του Παπαδόπουλου. Στον επαναληπτικό της Ισπανίας, ο Χαβίτο σκόραρε και ο Άρης κράτησε το σε βάρος του 2-1, παίρνοντας την πρόκριση για τους ομίλους. Εκεί, νίκησε τον Ερυθρό Αστέρα με 3-0, ήλθε ισόπαλος με την Μπόλτον Γουόντερερς με 1-1 στην Αγγλία και με την πορτογαλική Μπράγκα στη Θεσσαλονίκη, πριν αποκλειστεί μετά τη συντριβή με 6-0 από την Μπάγερν Μονάχου.
Με σταθερή πορεία, η ομάδα κατέλαβε και πάλι την τέταρτη θέση στο πρωτάθλημα και έφθασε στον τελικό του κυπέλλου, έχοντας αποκλείσει τον Άγιο Δημήτριο, τον Εθνικό Κατερίνης, την Ξάνθη και τον Ατρόμητο. Στον τελικό του Καυτανζογλείου, ο Άρης ηττήθηκε και πάλι από τον Ολυμπιακό με 0-2, χάνοντας άλλη μία ευκαιρία για έναν τίτλο.
Στην τελευταία χρονιά της δεκαετίας, ο Αβραάμ Παπαδόπουλος πωλήθηκε στον Ολυμπιακό και ο Ντούσαν Μπάγεβιτς αποχώρησε αρνούμενος τις υποδείξεις της διοίκησης. Στον πάγκο της ομάδας επέστρεψε ο Κίκε Ερνάντες, αλλά ο Άρης αποκλείστηκε στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ από την άσημη Σλάβεν Μπελούπο. Ο Ιομάρ Μαζίνιο αντικατέστησε τον Ερνάντες, αλλά ο Άρης δεν κατάφερε να ορθοποδήσει, χάνοντας την ευρωπαϊκή έξοδο από την Λάρισα.

Δεκαετία του 2010
Τον Μάιο του 2009 έπειτα από τις εκλογές της Λέσχης Φίλων Άρη, νέος πρόεδρος της ομάδας ανέλαβε ο Θανάσης Αθανασιάδης. Την περίοδο 2009-10 ο σύλλογος ενισχύθηκε με σημαντικούς ποδοσφαιριστές όπως οι Σεμπαστιάν Αμπρέου, Λεάντρο Γκρασιάν και Κριστιάν Νασούτι. Οι πωλήσεις των εισιτηρίων διαρκείας ξεπέρασαν τις 12.000 και ο κόσμος γέμιζε το γήπεδο όλη τη χρονιά. Μετά από ένα μουδιασμένο ξεκίνημα, την τεχνική ηγεσία ανέλαβε ο Έκτορ Ραούλ Κούπερ, οδηγώντας τον Άρη στην τέταρτη θέση του πρωταθλήματος, όπως και στον τελικό του κυπέλλου, για τέταρτη φορά σε επτά χρόνια. Ο Άρης αντιμετώπισε τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ, με τη συμπαράσταση 25.000 οπαδών του. Παρ' όλα αυτά, οι "κίτρινοι" ηττήθηκαν με 1-0, με γκολ του Σεμπαστιάν Λέτο.
Στο ξεκίνημα της επόμενης χρονιάς (2010-11), ο Άρης κληρώθηκε για το Γιουρόπα Λιγκ με την πολωνική Γιαγκελόνια Μπιάλιστοκ, την οποία νίκησε εκτός έδρας με 1-2 και πήρε την πρόκριση μετά το 2-2 της Θεσσαλονίκης. Ακολούθησαν οι αναμετρήσεις με την Αούστρια Βιέννης, την οποία νίκησε με 1-0, με γκολ του Κάρλος Ρουίς στις καθυστερήσεις του αγώνα. Ο ίδιος παίκτης άνοιξε το σκορ στον επαναληπτικό της Βιέννης, με το τελικό 1-1 να δίνει την πρόκριση στην ελληνική ομάδα. Στους ομίλους, ο Άρης κληρώθηκε με την κυπελλούχο Ευρώπης Ατλέτικο Μαδρίτης, τη νορβηγική Ρόσενμποργκ και τη γερμανική Μπάγερ Λεβερκούζεν. Με δύο νίκες εναντίον των Ισπανών και μία εναντίον της Ρόσενμποργκ, ο Άρης κατέκτησε τη δεύτερη θέση του ομίλου και προκρίθηκε στη φάση των 32, όπου αντιμετώπισε τη Μάντσεστερ Σίτι, από την οποία ηττήθηκε με 3-0, στον επαναληπτικό του 0-0 της Θεσσαλονίκης.
Στο πρωτάθλημα, οι "κίτρινοι" κατέλαβαν την έκτη θέση χάνοντας την έξοδο στο ΟΥΕΦΑ από τον Ολυμπιακό Βόλου. Ο Κούπερ αποχώρησε στα μέσα της χρονιάς, δίνοντας τη θέση του στον Γιάννη Μιχαλίτσο και στη συνέχεια στον Σάκη Τσιώλη.
Την επόμενη χρονιά (2011-12), ο Άρης κατέλαβε τη δέκατη θέση, με τρεις βαθμούς να αφαιρούνται από την ομάδα λόγω της ρίψης αντικειμένων προς τη βοηθό διαιτητή στον αγώνα με τον Αστέρα Τρίπολης. Τον Τσιώλη διαδέχθηκε ο Μανουέλ Μασάδο και παρά την προσθήκη παικτών όπως οι Καλιφά Σανκαρέ, Φράνσις Ντίκο, Ντανίλο Περέιρα και Χαβιέ Ούμπιντες, η ομάδα δεν κατάφερε να εκπληρώσει τους στόχους της.
Το 2013, ο Άρης κινδύνεψε με υποβιβασμό, μετά την ιδιαίτερα μέτρια πορεία του στο πρωτάθλημα, όπου την τεχνική του ηγεσία είχε αναλάβει ο Μάκης Κατσαβάκης. Μετά τις νίκες επί του Λεβαδειακού, του Ατρόμητου και του Αστέρα Τρίπολης, η ομάδα της Θεσσαλονίκης πέτυχε τη σωτηρία της, αν και σοβαρά οικονομικά προβλήματα έκαναν την εμφάνισή τους.
Την επόμενη χρονιά (2013-14), ο Άρης πραγματοποίησε τις χειρότερες εμφανίσεις της ιστορίας του και πραγματοποιώντας μόλις 3 νίκες σε 34 αγώνες, υποβιβάστηκε στη δεύτερη κατηγορία. Η διοίκηση της ομάδας αποφάσισε ο Άρης να ακολουθήσει το παράδειγμα της ΑΕΚ και να υποβιβαστεί στην τρίτη κατηγορία, με σκοπό την εξάλειψη των χρεών της. Το καλοκαίρι του 2014, η ομάδα των "κίτρινων" βρέθηκε να αγωνίζεται στην ερασιτεχνική κατηγορία, με μόλις δεκατρείς διαθέσιμους ποδοσφαιριστές και χωρίς προετοιμασία. Τη διοίκηση του συλλόγου ανέλαβε ο Γιώργος Γαλανός, ο οποίος παρέδωσε τα ηνία της ομάδας στον Άλεξ Κάλας, αδελφό του προπονητή της ομάδας, Δημήτρη Καλαϊτζίδη.
Ο Άρης τερματίζοντας δεύτερος παρέμεινε για άλλη μια χρονιά στον πρώτο όμιλο της τρίτης εθνικής κατηγορίας, καθώς το αίτημα διεξαγωγής αγώνων μπαράζ μεταξύ των δευτεραθλητών των τεσσάρων ομίλων της κατηγορίας (για την κάλυψη των δύο κενών θέσεων λόγω της αποχώρησης ΟΦΗ και Νίκης Βόλου), απορρίφθηκε έπειτα από δύο εκδικάσεις από την επιτροπή εφέσεων της ΕΠΟ, ενώ και στο διοικητικό δικαστήριο τρίτου βαθμού που προσέφυγε στη συνέχεια, απορρίφθηκε εκ νέου.
Η διοίκηση της ομάδας μετά από συνέλευση του ΑΣ Άρης ανατέθηκε αρχικά στον Νίκο Αρβανιτίδη, απόφαση η οποία ανακλήθηκε 48 ώρες αργότερα, όταν η νέα διοίκηση είχε συμφωνήσει μόνο με τον Όλεγκ Προτάσοφ για τη θέση του προπονητή. Η διοίκηση του ποδοσφαιρικού τμήματος ανατέθηκε τελικά στον Θόδωρο Καρυπίδη, ο οποίος συμφώνησε με τον Νίκο Αναστόπουλο για τη θέση του προπονητή, ενώ αποκτήθηκαν έμπειροι ποδοσφαιριστές, όπως μεταξύ άλλων οι Ραούλ Μπράβο, Ανδρέας Τάτος, Χαβιέ Ζινάρ, Σέρχιο Κόκε, Μάρκος Ντούνης και Βασίλης Ρόβας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου