Το μουσείο του Λούβρου (γαλλικά: Musée du Louvre) είναι ένα από τα μεγαλύτερα και παλαιότερα μουσεία τέχνης στον κόσμο. Βρίσκεται στο κέντρο του Παρισιού και φιλοξενεί περίπου 35.000 μεγάλης αξίας εκθέματα που περιλαμβάνουν έργα της αρχαιότητας και της μεσαιωνικής τέχνης μέχρι το 1848. Οι μόνιμες συλλογές του μουσείου καταλαμβάνουν συνολικά μία έκταση περίπου 60.000 τετραγωνικών μέτρων.
Το κτίριο που στεγάζει το μουσείο κτίστηκε αρχικά ως φρούριο από το βασιλιά Φίλιππο Αύγουστο το 1190 και ο Κάρολος Ε΄ ήταν ο πρώτος ένοικός του. Τον 16ο αιώνα, ο Φραγκίσκος Α΄ το μετέτρεψε σε παλάτι και ξεκίνησε τη βασιλική συλλογή τέχνης με 12 πίνακες από την Ιταλία. Το 1793, το Λούβρο μετατράπηκε σε μουσείο με την πρώτη έκθεση της συλλογής αυτής. Αργότερα (1852-1857), ο Ναπολέων Γ' προχώρησε σε ριζική ανακαίνιση του Λούβρου. Η συλλογή του Λούβρου εμπλουτίστηκε σημαντικά το 1863, με την απόκτηση της συλλογής του μαρκησίου Campana, την οποία αποτελούσαν περίπου 11.500 αντικείμενα τέχνης, όπως πίνακες, γλυπτά αλλά και αντικείμενα ελληνικής και ετρουσκικής τέχνης. Το 1871 κάηκε (και τελικά κατεδαφίστηκε το 1882) το παρακείμενο παλάτι Tuilleries, μια καταστροφή που απείλησε και το ίδιο το Λούβρο. Η καταστροφή αυτή, όμως, σηματοδότησε την οριστική γένεση του Μουσείου, επειδή από τότε το κτίσμα σταμάτησε να αποτελεί κέντρο εξουσίας και αφιερώθηκε οριστικά στον πολιτισμό. Παρέμεινε στα κτίσματα του Λούβρου μόνο μια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, ενώ ο μουσειακός χαρακτήρας του κέρδιζε συνεχώς έδαφος. Παράλληλα, τα εκθέματα συνεχώς εμπλουτίζονται, όπως συνέβη το 1888, οπότε και εκτέθηκαν τα ευρήματα του Γάλλου αρχαιολόγου Marcel Dieulafoy στα Σούσα του Ιραν. Το 1922 αρχίζει να λειτουργεί η πτέρυγα στην οποία εκτίθενται αντικείμενα Ισλαμικής τέχνης. Το 1926 ο τότε διευθυντής του Μουσείου Henri Verne συλλαμβάνει την ιδέα επέκτασης των χώρων έκθεσης του Μουσείου. Οι εργασίες άρχισαν το 1930 και συνεχίστηκαν και κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και μετά τη λήξη του, οπότε και ολοκληρώθηκαν. Να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του Πολέμου το Μουσείο εκκενώθηκε από τα εκθέματά του. Παρέμειναν σε αυτό μόνο τα πολύ βαρέα εκθέματα, τα οποία προστατεύθηκαν περιτυλισσόμενα με λινάτσες. Τα εκθέματα μεταφέρθηκαν κυρίως σε φρούρια (chateaux) της περιοχής του Λίγηρα (Loire). Αν και κενό, το Μουσείο άρχισε να υπολειτουργεί το 1940. Το 1945 οι ασιατικές συλλογές του Μουσείου μεταφέρονται στο Μουσείο Guimet, στα πλαίσια μιας αναδιοργάνωσης των χώρων έκθεσης των διαθέσιμων πολιτιστικών θησαυρών. Το 1961 αποχωρεί το Υπουργείου Οικονομικών, επεκτείνοντας έτσι τους χώρους του Μουσείου. Το 1964, με εντολή του υπουργού Πολιτισμού Αντρέ Μαλρώ (Andre Malraux) εκσκάπτεται μια (ξηρή) τάφρος γύρω από το Μουσείο. Η οριστική αποχώρηση του Υπουργείου, ωστόσο, γίνεται το 1981 με εντολή του Προέδρου Φρανσουά Μιττεράν (Francois Mitterrand), ο οποίος παρουσιάζει και το μεγάλο σχέδιο ανασυγκρότησής του ολοκληρωτικά πλέον ως Μουσείου. Η επιμέλεια ανανέωσής του ανατίθεται στον σινοαμερικανό αρχιτέκτονα Ieoh Ming Pei, στον οποίο ανήκει και η σχεδίαση της γυάλινης πυραμίδας που αποτελεί είσοδο στο Μουσείο σήμερα.
Το κτίριο που στεγάζει το μουσείο κτίστηκε αρχικά ως φρούριο από το βασιλιά Φίλιππο Αύγουστο το 1190 και ο Κάρολος Ε΄ ήταν ο πρώτος ένοικός του. Τον 16ο αιώνα, ο Φραγκίσκος Α΄ το μετέτρεψε σε παλάτι και ξεκίνησε τη βασιλική συλλογή τέχνης με 12 πίνακες από την Ιταλία. Το 1793, το Λούβρο μετατράπηκε σε μουσείο με την πρώτη έκθεση της συλλογής αυτής. Αργότερα (1852-1857), ο Ναπολέων Γ' προχώρησε σε ριζική ανακαίνιση του Λούβρου. Η συλλογή του Λούβρου εμπλουτίστηκε σημαντικά το 1863, με την απόκτηση της συλλογής του μαρκησίου Campana, την οποία αποτελούσαν περίπου 11.500 αντικείμενα τέχνης, όπως πίνακες, γλυπτά αλλά και αντικείμενα ελληνικής και ετρουσκικής τέχνης. Το 1871 κάηκε (και τελικά κατεδαφίστηκε το 1882) το παρακείμενο παλάτι Tuilleries, μια καταστροφή που απείλησε και το ίδιο το Λούβρο. Η καταστροφή αυτή, όμως, σηματοδότησε την οριστική γένεση του Μουσείου, επειδή από τότε το κτίσμα σταμάτησε να αποτελεί κέντρο εξουσίας και αφιερώθηκε οριστικά στον πολιτισμό. Παρέμεινε στα κτίσματα του Λούβρου μόνο μια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, ενώ ο μουσειακός χαρακτήρας του κέρδιζε συνεχώς έδαφος. Παράλληλα, τα εκθέματα συνεχώς εμπλουτίζονται, όπως συνέβη το 1888, οπότε και εκτέθηκαν τα ευρήματα του Γάλλου αρχαιολόγου Marcel Dieulafoy στα Σούσα του Ιραν. Το 1922 αρχίζει να λειτουργεί η πτέρυγα στην οποία εκτίθενται αντικείμενα Ισλαμικής τέχνης. Το 1926 ο τότε διευθυντής του Μουσείου Henri Verne συλλαμβάνει την ιδέα επέκτασης των χώρων έκθεσης του Μουσείου. Οι εργασίες άρχισαν το 1930 και συνεχίστηκαν και κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και μετά τη λήξη του, οπότε και ολοκληρώθηκαν. Να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του Πολέμου το Μουσείο εκκενώθηκε από τα εκθέματά του. Παρέμειναν σε αυτό μόνο τα πολύ βαρέα εκθέματα, τα οποία προστατεύθηκαν περιτυλισσόμενα με λινάτσες. Τα εκθέματα μεταφέρθηκαν κυρίως σε φρούρια (chateaux) της περιοχής του Λίγηρα (Loire). Αν και κενό, το Μουσείο άρχισε να υπολειτουργεί το 1940. Το 1945 οι ασιατικές συλλογές του Μουσείου μεταφέρονται στο Μουσείο Guimet, στα πλαίσια μιας αναδιοργάνωσης των χώρων έκθεσης των διαθέσιμων πολιτιστικών θησαυρών. Το 1961 αποχωρεί το Υπουργείου Οικονομικών, επεκτείνοντας έτσι τους χώρους του Μουσείου. Το 1964, με εντολή του υπουργού Πολιτισμού Αντρέ Μαλρώ (Andre Malraux) εκσκάπτεται μια (ξηρή) τάφρος γύρω από το Μουσείο. Η οριστική αποχώρηση του Υπουργείου, ωστόσο, γίνεται το 1981 με εντολή του Προέδρου Φρανσουά Μιττεράν (Francois Mitterrand), ο οποίος παρουσιάζει και το μεγάλο σχέδιο ανασυγκρότησής του ολοκληρωτικά πλέον ως Μουσείου. Η επιμέλεια ανανέωσής του ανατίθεται στον σινοαμερικανό αρχιτέκτονα Ieoh Ming Pei, στον οποίο ανήκει και η σχεδίαση της γυάλινης πυραμίδας που αποτελεί είσοδο στο Μουσείο σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου